Thursday, November 27, 2008

Αθόρυβα

Είναι κάποιες κινήσεις, που γίνονται αθόρυβα.
Δεν τις καταλαβαίνεις, γιατί όλα γύρω σου κάνουν τέτοιο πάταγο, που αδυνατείς να τις υποψιαστείς.
Κι εκεί που κατσουφιάζεις , γιατί δεν μπορούν να σε καταλάβουν κι είσαι μόνη στο σκοτάδι, μια αθόρυβη κίνηση σου ανάβει ένα μικρό φως.
Και την νοιώθεις σαν αγκαλιά κι ας μην είναι.
Και χαμογελάς για να μην δακρύσεις, που σε κατάλαβαν χωρίς να το ζητήσεις.
Χαμογελάς που δεν είσαι μόνη στο σκοτάδι,
κι αυτό γύρω σου, παύει να είναι σκοτάδι,
γιατί κάποιοι οικειωθελώς το μοιράστηκαν μαζί σου.
Η τουλάχιστον προσπάθησαν.
Μερσί μνόγκο μομίτσετα :)

Wednesday, November 26, 2008

Τραγούδια της ζωής

Την περασμένη Κυριακή, αν περπατούσες στο Πλόβντιβ , θα έβλεπες μόνο κόκκινα γαρύφαλλα. Κάτι το τσουχτερό κρύο, κάτι το κάθισμα της αγοράς, δεν κυκλοφορούσαν τόσοι όσο συνήθως, οπότε ήταν πολύ εύκολο να χαζεύεις τα χέρια λίγο-πολύ όλων. Τα χέρια λοιπόν, κρατούσαν τρυφερά ένα κόκκινο γαρύφαλλο.
Κάποια στιγμή, έφτασε και στο δικό μου χέρι ένα κόκκινο γαρύφαλλο μαζί με μία καρτούλα. Σας μεταφράζω (όσο πιο καλά μπορώ) τί έλεγε αυτή η καρτούλα :
Διεθνές Χορωδιακό Φεστιβάλ «Τραγούδια της ζωής».
Πριν από 65 χρόνια, τον καιρό του Ολοκαυτώματος, στην Βουλγαρία , σώθηκαν οι ζωές 49000 Εβραίων της Βουλγαρίας. Το διεθνές χορωδιακό φεστιβάλ «Τραγούδια της ζωής», διοργανώνεται σε ανάμνηση αυτής της ηρωικής σωτηρίας. Μουσικοί και ερμηνευτές από το Ισραήλ, την Αμερική, τον Καναδά και την Βουλγαρία, συναντιόνται στα πλαίσια του φεστιβάλ για μια σειρά συναυλιών στην Σόφια, το Πλόβντιβ, το Τελ Αβίβ και την Ιερουσαλήμ, από την 21η Νοέμβρη μέχρι και την 1η Δεκέμβρη.
Παρακαλούμε, δεχτείτε αυτό το λουλούδι, ένα από τα 49.000 που χαρίζονται σήμερα στην Βουλγαρία, σαν σημάδι της ευγνωμοσύνης μας προς εσάς – απόγονους εκείνης της γενιάς των Βούλγαρων που αντιστάθηκαν στο κακό και επέλεξαν την ζωή.
Οι συναυλίες του φεστιβάλ , πραγματοποιήθηκαν στην Σόφια, την περασμένη Δευτέρα 24.11 και στο Πλόβντιβ, χθες, 25.11.
Επισκέφτηκα την ιστοσελίδα της οργάνωσης «Τραγούδια της ζωής» και μπορείτε να το κάνετε κι εσείς, εάν τα κόκκινα γαρύφαλλα, σας άγγιξαν λίγο.

Saturday, November 22, 2008

Τώρα μην ψάξω και για τίτλο

Επεσαν κάποιες νυφάδες. Τόσο ανάλαφρες και χαζές, που αποκλείεται να το στρώσει. Οχι σήμερα, τουλάχιστον. Κι όμως το είχα ανάγκη. Ενα απόλυτο λευκό να καλύψει το γκρίζο της περιοχής και της κατάστασης.
Είχα άσχημη βραδυά χθες. Αναγκάστηκα να βρεθώ με ανθρώπους που δεν ήθελα. Για την ακρίβεια με τους μόνους ανθρώπους στη γη ολόκληρη, που δεν θα ήθελα να συναντήσω. Πάει κι αυτό, έγινε. Αλλά άφησε μια γεύση πικρή. Και μια εκ νέου κατανόηση, του τί είμαστε ως λαός. Οκ, μην βιαστείτε να βρίσετε, υπάρχουν κι εξαιρέσεις. Και μου τη δίνει που κατόρθωσα να σκάσω δυό -τρία χαμόγελα, και να μιλήσω μια-δυό φορές σε τόνο φιλικό, ενώ καθόλου δεν το εννοούσα. Μου τη δίνει και που άκουσα μια "συγγνώμη" που εκείνος που την είπε, πάλι δεν την εννοούσε. Και σας τα λέω εγώ αυτά, που πολλές φορές καταπίνω πράγματα ή κάνω πως δεν κατάλαβα.
Δεν είμαι στα καλύτερά μου, εδώ και καιρό. Πολλά συμβαίνουν, πολλά γίνονται. Το κακό είναι ότι δεν μπορώ να τα δω σαν θεατής. Είτε γιατί πρέπει, είτε γιατί μου επιβάλλεται, εμπλέκομαι. Δεν χαμογελάω πια, παρά μόνο σε βραδιές ρακίας. Τις λέω έτσι, όχι γιατί πίνω΄, αλλά γιατί οι ελάχιστοι βούλγαροι φίλοι μας, τις οργανώνουν στο άψε-σβήσε για "μια ρακία και μια σαλάτα". Κι εκεί χαλαρώνω, νοιώθω αγάπη γύρω μου, χαμογελώ.
Το καινούργιο μας σπίτι, είναι ακόμα σε κατάσταση μετακόμισης. Τα μισά ρούχα στο παλιό. Κουρτίνες κρεμάσαμε χθες επιτέλους, αλλά η Στέφκα τις έραψε λες κι έραβε σημαία για απονομή Ολυμπιακών αγώνων. Αποτέλεσμα? Δεν ανοίγουν. Τόσο όμορφο ύφασμα και δείχνει τόσο άχαρο. Κλιματιστικά δεν μπήκαν ακόμα και παλεύουμε το κρύο με καλοριφέρ που καίνε όσο η παραγωγή ολόκληρη.
Απόψε μας έχει καλέσει η Ντάνυ. Ηρθε προχθές από την Ελλάδα για δυό εβδομάδες. Με συγκίνησε που με πήρε αμέσως τηλέφωνο. Σφάζουν "πρασέ" και θα το κάνει με λάχανο. Θα ήθελα από τη μια να χουχουλιάσω στον καναπέ, από την άλλη δεν μπορούσα να της το αρνηθώ. Οπότε θα πάμε.
Για αύριο ονειρεύομαι βόλτα στο Πλόβντιβ, αλλά νομίζω ότι εν τέλει πάλι δεν θα έχουμε το κουράγιο να βγούμε από το σπίτι. Τα όνειρα δεν στοιχίζουν αφενός, οι Κυριακές χάνονται αφετέρου, οπότε ό,τι και να γίνει το ίδιο μου κάνει.
Θα ήθελα να ήμουν σε χριστουγεννιάτικη διάθεση. Θα ήθελα να ήμουν λίγο πιο αισιόδοξη. Θα ήθελα να χαιρόμουν το προγραμματισμένο ταξείδι της πρωτοχρονιάς στην Σαπαρέβα Μπάνια. Ομως, δεν...
Οπότε απλά συνεχίζω να υπάρχω. Οι μέρες μου δεν διαφέρουν ιδιαίτερα. Οι ρυθμοί μου και η διάθεσή μου το ίδιο. Και για να είμαι ειλικρινής, δεν έχω κανένα κουράγιο να ψάξω σε βάθος όλη αυτή την κατάσταση. Παραίτηση? Ενδεχομένως...

Thursday, November 13, 2008

Τα... νούμερα!


Η Πέτια Νο1 είναι η λογίστριά μας. Νευρική, κοντή και χοντρούλα. Παρότι πλακωνόμαστε σε ημερήσια διάταξη, την λατρεύω. Ο Ευλόγκι Νο1, είναι ο προγραμματιστής μας. Αδύνατος με μακρύ μούσι και μπλε μάτια. Σαν όσιος ένα πράγμα. Μου τα σπάει σε ημερήσια διάταξη αλλά κατά βάθος το διασκεδάζω.
Την τελευταία φορά που γέννησε η Μέτζυ μας, σε δύο από τα μωρά της, έδωσα τα ονόματα τους. Ετσι αποκτήσαμε την Πέτια Νο2 και τον Ευλόγκι Νο2. Οι νούμερα 1, παρότι απεχθάνονταν τα σκυλιά στο παρελθόν, μετά από αυτό περνάνε ώρα κολλημένοι στα τζάμια, να καμαρώνουν τους κλώνους τους.
Οπως και με όλα μας τα σκυλιά (παράδοξο αλλά συμβαίνει), τα μικρά μεγαλώνοντας, μοιάζουν όλο και πιο πολύ στους «νονούς» τους. Ετσι ο Ευλόγκι Νο2 από μπαλίτσα που ήταν μωρό, έγινε αδύνατος, ψηλός με κάτι περίεργες τρίχες στο πηγούνι (το μούσι που λέγαμε) και σπασαρχίδας. Τα μπλε μάτια τα είχε εξαρχής! Η δε Πέτια Νο 2, από καχεκτική μικρούλα έγινε μια κοντόχοντρη μπάλα και απόλυτα νευρική. Φωνάζει με το παραμικρό και έχει εκτοπίσει εντελώς τον αδελφό της.
Χθες το πρωί, ο Ευλόγκι Νο1 ήρθε να κάνει μια δουλειά της Πέτια Νο1, στο πρόγραμμα του λογιστηρίου. Για την ακρίβεια, να της οριστικοποιήσει το μήνα. Οπως κάθε φορά, της έσπασε τα νεύρα και αυτή (επίσης όπως κάθε φορά), του φώναξε τόσο, που στο τέλος βράχνιασε. Ο Ευλόγκι, προφασιζόμενος και μια διακοπή ρεύματος, πήρε το ταλαιπωρημένο βαλιτσάκι του και την έκανε με ελαφρά. Λίγα λεπτά μετά, ξέσπασε άγριος σκυλοκαυγάς. Πεταχτήκαμε στο παράθυρο και είδαμε την Πέτια Νο2 όρθια, να γαυγίζει άγρια τον Ευλόγκι Νο2. Τί τζάμια χτύπησα, τί φωνές έβαλα, αυτή εκεί! «Τί έκανε πάλι αυτός της Πέτιας μας και φωνάζει?????» ρώτησε βραχνιασμένη η Πέτια Νο1. (Βλέπετε για την "νονά", πάντα φταίει ο Αλλος!) «Προφανώς δεν μπορούσε να της κλείσει το μήνα» απάντησα...

Tuesday, November 11, 2008

Αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ...

Ακούστε την ιστορία του Κεμάλ,ενος νεαρού πρίγκηπα της Ανατολής, απόγονου του Σεβάχ του θαλασσινού,που νόμιζε πως μπορεί να αλλάξει τον κόσμο.
Αλλά πίκρες οι βουλές του Αλλάχ και σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων...
Στης Ανατολής τα μέρη μια φορά και ένα καιρό
Ήταν άδειο το κεμέρι,μουχλιασμένο το νερό.
Στη Μοσούλη στη Βασόρα,στην παλιά τη χουρμαδιά,
πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά.
Κι ενας νέος από σόι και γενιά βασιλική,
Αγροικά το μοιρολόι και τραβάει κατά εκεί.
Τον κοιτούν οι Βεδουίνοι με ματιά λυπητερή
Κι όρκο στον Αλλάχ τους δίνει
πως θ' αλλάξουν οι καιροί.
Σαν ακούσαν οι αρχόντοι του παιδιού την αφοβιά
ξεκινάν με λύκου δόντι και με λιονταριού προβιά.
Απ' τον Τίγρη στον Ευφράτη,απ' τη γη στον ουρανό,
κυνηγάν τον αποστάτη να τον πιάσουν ζωντανό.
Πέφτουν πάνω του τα στίφη σαν ακράτητα σκυλιά
και τον πάνε στο χαλίφη να του βάλει τη θηλιά.
Μαύρο μέλι μαύρο γάλα, ήπιε εκείνο το πρωϊ
πριν αφήσει στην κρεμάλα τη στερνή του την πνοή.
Με δύο γέρικες καμήλες, μ' ένα κόκκινο φαρί
στου παράδεισου τις πύλες ο προφήτης καρτερεί.
Πάνε τώρα χέρι χέρι κι είναι γύρω συννεφιά,
μα της Δαμασκού τ' αστέρι τους κρατούσε συντροφιά.
Σ' ένα μήνα σ' ένα χρόνο, βλέπουν μπρός τους τον Αλλάχ
που από τον ψηλό του θρόνο λέει στον άμυαλο Σεβάχ:
Νικημένο μου ξεφτέρι
δεν αλλάζουν οι καιροί
με φωτιά και με μαχαίρι
πάντα ο κόσμος προχωρεί.
Καληνύχτα, Κεμάλ. Αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ.Καληνύχτα

Wednesday, November 05, 2008

Brussels - Part One - 1.11.2008

Οι Βρυξέλλες ποτέ δεν με ξετρέλλαναν, για να είμαι ειλικρινής. Δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποτελέσουν ταξιδιωτικό προορισμό μου, γι’αυτό και κάθε φορά που βρίσκομαι εδώ, οι λόγοι είναι πάντα επαγγελματικοί.
Εφτασα το πρωί και για μια ακόμη φορά το αεροδρόμιο μου φάνηκε απόλυτα καταθλιπτικό, πείτε μου ό,τι θέλετε, αλλά εγώ κάθε φορά έτσι το βλέπω. Ο ταξιτζής ήταν ευγενικός και μιλούσε άπταιστα αγγλικά, προβληματίστηκε λίγο με την οδό του Ξενοδοχείου, παρότι ήμουν σαφής. Και την οδό του είπα και ότι είναι κοντά στο εκθεσιακό και τέλος πάντων απέναντι από το μαμημένο Χέυζελ, ρε αδελφέ.
Το βρήκαμε εύκολα εν τέλει και με ευκολία επίσης πλήρωσα τα 35.40 ευρώ για μια διαδρομή που δεν διήρκεσε πάνω από δέκα λεπτά. Αν μου φάνηκε ακριβό? Με τα βουλγαρικά δεδομένα, ή αυτά της Ιστανμπούλ (που κυκλοφορώ πολύ με ταξί), ναι, ήταν πανάκριβο. Αλλά πριν από οκτώ χρόνια, για μια παρόμοια διαδρομή στις Βρυξέλλες είχα πληρώσει δέκα χιλιάδες δραχμές, άρα λογικό ήταν.
Το ξενοδοχείο είναι φρίκη και το διαπιστώνεις από το πρώτο δευτερόλεπτο. Μπήκα στη ρεσεψιόν (με το ζόρι θα χωρούσε δεύτερος, τόσο μικρός είναι ο χώρος) και το στομάχι μου ανακατεύτηκε από την τηγανίλα που ανέδυε το εστιατόριο δίπλα. Οπως το είδα, ορκίστηκα να μην πάρω πρωινό, τις μέρες που θα μείνω εδώ, ο κόσμος να χαλάσει.
Ημουν «τυχερή» γιατί παρότι το τσεκ-ιν είναι στις δύο, ο ρεσεψιονίστ μου έδωσε το δωμάτιο από τις έντεκα. Δεν μου προκάλεσε έκλπηξη, όλη η πόλη είναι φουλ από τους εκθέτες και τους επισκέπτες, αλλά αυτό το μπ...λο, είναι σχεδόν άδειο! Να θυμηθώ να βρίσω τον Φρέντερικ που μου το σύστησε, αύριο. Μουτζώθηκα ήδη γιατί δεν φρόντισα να ψάξω ξενοδοχείο λίγο νωρίτερα, για να βρω κάτι καλύτερο.
Μπαίνοντας στο δωμάτιο, έκανα το σύνηθες βόουτιν. Δεν θα πω ότι είμαι πολυταξιδεμένη, αλλά έχω ταξιδέψει αρκετά και λόγω δουλειάς και για τουρισμό κι έχω «φάει» αρκετά χρόνια, από τα τριανταέξη μου, σε ξενοδοχεία. Μέχρι σήμερα, τα χειρότερο που είχα συναντήσει ήταν ένα, που ούτε καν θυμάμαι το όνομά του, στο κέντρο του Μανχάταν. Το πλήρωνες χρυσό λόγω θέσης και πολυτελούς λόμπυ αλλά στο δωμάτιο δεν χωρούσες. Να μην πω για την χιλιοτρυπημένη κουβέρτα και την θέα σε φωταγωγό.
Ε, από σήμερα, την πρώτη θέση σε χάλι, καταλαμβάνει το Χέ(υ)ζελ Εξπο! Επαξίως! Από που να ξεκινήσω? Ναι, είναι πιο μικρό κι από εκείνο στο Μανχάταν.
Είναι παγωμένο, η θέρμανση δηλαδή άρχισε να λειτουργεί στις εννέα το βράδυ. Με θερμοκρασία τέσσερις βαθμούς κελσίου, δεν είναι λίγο αργά?
Στο μπάνιο, με την πλάτη μπαίνεις, με την πλάτη βγαίνεις. Το ντους το απολαμβάνεις, μόνο αν δεν κάνεις το σφάλμα να κοιτάξεις προς τα πάνω. Γιατί αν το κάνεις αυτό, βλέπεις την μπαταρία της ντουζιέρας! Και τί θα ‘ θελες να βλέπω, θα μου πεις. Δεν μιλάμε για μια τυχαία μπαταρία. Μιλάμε για το πιο βρώμικο και γεμάτο άλατα πράγμα που έχω συναντήσει στη ζωή μου.
Σταχτοδοχείο δεν υπάρχει, παρότι το δωμάτιο είναι για καπνίζοντες. Αποφασίζοντας να τους συναγωνιστώ στη γουρουνιά, σβήνω απολαυστικά τα τσιγάρα μου σε μία κούπα. Ετσι κι αλλιώς καφέ να πιω σε δαύτη, αποκλείεται. Ο βραστήρας συναγωνίζεται σε βρώμα την μπαταρία του μπάνιου.
Μίνι μπαρ επίσης δεν υπάρχει! Για ρούμ σέρβις ούτε κουβέντα. Γι’αυτό κι εγώ ζήτησα ένα μπουκάλι νερό, μπορεί να πνιγώ ρε παιδί μου! Και είχαν ΜΟΝΟΝ ανθρακούχο!!! Καλό για μένα, που πίνω μόνον ανθρακούχο. Αλλά δεν θα ήθελα να φανταστώ την μάνα μου εδώ!
Η ντουλάπα είναι μια σταλιά, με το ζόρι χώρεσε τις κουστουμιές που θα απαιτηθούν για το τετραήμερο της έκθεσης. Οσο για τα παπούτσια μου, βρίσκονται κολλημένα στο κάτω μέρος του κρεββατιού, τόσο που φοβάμαι ότι τη νύχτα θα ανέβουν πάνω και θα με ποδοπατήσουν.
Η τηλεόραση δεν λειτουργεί και το ασύρματο ίντερνετ, παρότι με διαβεβαίωσαν ότι υπάρχει, εξακολουθεί να μου κρύβεται. Γι’αυτο και τα κειμενάκια μου γράφονται στο γουόρντ και θα ανέβουν όταν το ίντερνετ κουραστεί από το κρυφτό και βγει και με φτύσει.
Απέναντι ακριβώς, βρίσκεται το στάδιο του Χέυζελ και βεβαίως, σήμερα το απόγευμα, Σάββατο γαρ, είχε αγώνα. Είπα η ταλαίπωρη να κοιμηθώ μια ώρα αλλά οι ιαχές σε συνδιασμό με την τηλεόραση του διπλανού, με κράτησαν στο πόδι.
Το βραδάκι , εκτιμώντας την ευγένεια και φιλοξενεία του Βέλγου συνεργάτη μου («ξεκουράσου, θα τα πούμε αύριο, απλά έλα μια ώρα νωρίτερα!!!») , ο οποίος ποσώς αναρωτήθηκε τί σκατά θα κάνω μόνη μου, ενώ αυτός θα τα σπάει με τους Πολωνούς, βγήκα σε αναζήτηση τροφής και κουράγιου. Περπάτησα σε μία πόλη άδεια και εξίσου γκρίζα με την Σόφια και για καλή μου τύχη ξετρύπωσα μία ελληνική ταβέρνα. Να σημειώσω ότι όταν είμαι στο εξωτερικό, αποφεύγω τίς ελληνικές ταβέρνες. Και στην Βουλγαρία είναι ζήτημα να έχω πάει πέντε φορές σε ελληνικά μαγαζιά. Απόψε όμως, με είχε πιάσει τέτοια απελπισία και ανάγκη, να βρεθώ σε περιβάλλον κάπως οικείο.
Η «Ολυμπία» ανήκει σε ένα ζευγάρι ελλήνων εδώ και είκοσι χρόνια. Το μαγαζί το δουλεύει μόνη της η οικογένεια. Θες γιατί ήμουν η μόνη ελληνίδα πελάτισσα, θες γιατί με είδαν μόνη κι απελπισμένη (μπαμ έκανα, εδώ που τα λέμε), με υποδέχτηκαν με τρομερή θέρμη. Κάθε τρεις και λίγο η ιδιοκτήτρια περνούσε από το τραπέζι μου και κάναμε χρυσή κουβέντα. Εφαγα ό,τι μου πρότειναν (δεν άγγιξα βέβαια την φέτα στην χωριάτική μου), με κέρασαν απίθανο ελληνικό καφέ με χαλβά και ένα ωραίο μεταξά στο τέλος. Ασε που όταν ήρθε ο λογαριασμός και είδα γραμμένο, κάτω- κάτω, στα ελληνικά ένα «ευχαριστώ», ένοιωσα εντελώς Ξανθόπουλος, στον «σταθμό του Μονάχου».
Χαμογελώντας πλέον, έριξα το χιλιομετράκι μου και επέστρεψα στο άνευ αστέρων και γαλαξιών ξενοδοχείο μου. Μέχρι την Τετάρτη που θα φύγω, λέω να ξαναπεράσω από την «Ολυμπία» και κάτι μου λέει ότι ο Ζαν Πωλ και ο Φρέντερικ που καταφθάνουν (ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ!) αύριο, θα με ακολουθήσουν.
Να σημειώσω ότι όσο εγώ ζω όλο αυτό το μαρτύριο, ο Δημητράκης είναι σε ταξιδάκι αναψυχής στην Ιστανμπούλ και με καλεί για να ακούσω , την βουή της Ιστικλάλ, την κουζίνα του Μουσταφά , τους εικοσιτρείς βαθμούς Κελσίου κι ένα σωρό άλλα υπέροχα που εγώ στερούμαι, πιστή στο καθήκον και στη μαλακία μου. Ασε που στο γλυκούλι «Πέρα Ρόουζ», το ασύρματο ιντερνέτι θα παίζει κυνηγητό κι όχι κρυφτό, άρα θα τρέχει με χίλια!
Για να σας καληνυχτήσω, θα ξυπνήσω την Πολυάννα μέσα μου και θα την βάλω να σας πει την τελευταία πρόταση: «είμαι πολύ χαρούμενη που δεν ζω μόνιμα εδώ , αλλά σε ένα τσιγγανοχώρι της Βουλγαρίας!!!!»