Με την Αυσιέν, πρωτομιλήσαμε τον Νοέμβρη του 2001. Εψαχνα νέα προϊόντα που θα μπορούσα να διαθέσω στο υπάρχον πελατολόγιό μου και είχα στείλει άπειρα φαξ σε Τουρκικές κυρίως Εταιρείες, ζητώντας ενημέρωση. Οταν μου πέρασαν την γραμμή από το τηλεφωνικό κέντρο άκουσα μια "χαμογελαστή" φωνή να λέει "Goodmorning Giorgia". Τί σημαίνει θα μου πείτε "χαμογελαστή φωνή". Η φωνή εκείνη που όταν την ακούς καταλαβαίνεις ότι ο έχων την, σου μιλάει χαμογελώντας. Κι ο πάγος σπάει, ακόμα και αν δεν τον έχεις δει ποτέ.
Το επώνυμό μου προφέρεται εξαιρετικά δύσκολα από τους ξένους, και ειδικά η Αυσιέν δεν το πρόφερε ποτέ, για αυτήν είμαι πάντα η Giorgia, έτσι με ζητάει στο τηλέφωνο, έτσι μου κλείνει δωμάτια σε ξενοδοχεία κι έτσι με ζητάει στις ρεσεψιόν. Κι εγώ με τον καιρό το καθιέρωσα με όλους τους ξένους που συναλλάσομαι, εκτός από τους Βούλγαρους που με λένε Γκεόργκια, ίσως γιατί έχουν αντίστοιχα παρόμοια ονόματα.
Κλείνει η παρένθεση και συνεχίζουμε. Ηταν τόσο επαγγελματική και συνάμα φιλική η προσέγγιση της παντελώς άγνωστης σε μένα Αυσιέν, που ένοιωσα ότι η επόμενη εταιρεία που θα συνεργαζόμουν θα ήταν αυτή στην οποία δούλευε, στο κάτω κάτω της γραφής, όλοι οι άλλοι είχαν απαντήσει με επιστολές και αποστολή προσπέκτους, κανένας δεν είχε σηκώσει το τηλέφωνο να με πάρει όπως αυτή. "Πρέπει να έρθεις να μας δεις από κοντά, άλλωστε είμαστε τόσο κοντά" μου είπε. Σκέφτηκα "μα που το είδε το κοντά;" και ανακάλυψα ότι η Αυσιέν είχε απλά ανοίξει ένα χάρτη, είδε το Ναύπλιο στην ίδια ευθεία με τη Σμύρνη και αυτό δεν μπορούσε παρά να είναι κοντά! Οταν σε χωρίζει απλά μία ευθεία θάλασσας δεν μπορεί να είσαι μακρυά, είσαι κοντά.
Βρέθηκα λοιπόν να θαλασσοπνίγομαι τέλη Νοέμβρη με το καραβάκι της γραμμής Χίος - Τσεσμέ, έχοντας οδηγήσει όλη νύχτα για να προλάβω το πρώτο αεροπλάνο για Χίο, και έχοντας μία απίστευτη αγωνία για το πως θα είναι μία χώρα τόσο κοντά σε μάς και ταυτόχρονα τόσο μακρυά μας, ακόμα και η Νέα Υόρκη εκείνον τον καιρό μου φαινόταν πιο προσιτή.
Η συνάντησή μας έγινε το επόμενο πρωί, στο μικρό της γραφείο, η χαμογελαστή φωνή ήταν πράγματι χαμογελαστή, με καλωσόρισε με μια ζεστή αγκαλιά σαν να γνωριζόμασταν χρόνια. Εκείνη η συνάντηση, ήταν η αρχή μιας συνεργασίας που κράτησε κάμποσα χρόνια. Με την Αυσιέν περάσαμε μαζί "επαγγελματικές αγωνίες", Κυριακές κολλημένες στα κινητά μας από το σπίτι (όντας παντρεμένες τότε και οι δύο) για να με ενημερώνει τί ώρα το φορτηγό ξεμπλοκάρεται στα σύνορα, οργανώσαμε εξ αποστάσεως μαζί εκθέσεις και τέλος πάντων η επαγγελματική μας σχέση ήταν πάντοτε γεμάτη με χαμόγελα και ικανοποίηση. Θυμάμε ακόμα, ότι όποτε γινόταν κάποιος αγώνας ποδοσφαίρου μεταξύ Ελληνικής και Τουρκικής ομάδας, ένα μήνυμα ερχόταν στο κινητό μου, για να ευχηθεί "Καλή Επιτύχία ". Ισως καυγαδίσαμε και μια δυό φορές, συμβαίνουν αυτά όταν στήνεις μία συνεργασία. Ενα πρωί με πήρε τηλέφωνο και της είπα "Συγγνώμη που χάθηκα μία εβδομάδα, χώρισα και μετακόμιζα". Δεν έδειξε έκπληξη, με ρώτησε μόνο "Είσαι καλά;".
Επαγγελματικά οι δρόμοι μας χώρισαν όταν αυτή έφυγε από την εταιρεία που εργαζόταν. Κρατήσαμε την επικοινωνία μας και βρέθηκα πάλι μαζί της, την πρώτη φορά που ταξίδεψα στην Ιστανμπούλ, περάσαμε μια μέρα μαζί κι αγοράσαμε μαζί την Αυσιέν , την μαύρη κούκλα μου που της έδωσα το όνομά της. Βλέποντάς της ξανά στην Ιστανμπούλ, μια γυναίκα στα 35 της πιά, να δουλεύει τόσο δυναμικά για την δική της πλέον εταιρεία και ταυτόχρονα να σου μιλάει για την κόρη της, σκέφτηκα πόσο μου μοιάζει η Αυσιέν και ασφαλώς "γιατί δεν έχει χωρίσει ακόμα". Θα μου πείτε, γιατί να χωρίσει δηλαδή; Πως το λέω τώρα αυτό, τί σχέση έχει. Δεν υπάρχει απάντηση που να σας ικανοποιήσει, απλά εμένα η Αυσιέν σε έναν γάμο συμβατικό (κι αυτό ήταν εμφανές) δεν μου καθόταν καλά, δεν μου πήγαινε.
Πριν ένα μήνα περίπου ξαναβρεθήκαμε στη Σμύρνη. Βρεθήκαμε το πρωί στο Κορντόν για καφέ και μετά την ανταλλαγή των πρόσφατων νέων την ρώτησα τί κάνει η κόρη της. Μιλούσε χαμογελαστή για την Μελίς, πόσο καλά τα πάει στο σχολείο, πόσο λίγο την βλέπει λόγω της δουλειάς της. Δεν θυμάμε πως ήρθε η κουβέντα και την ρώτησα τί κάνει ο άντρας της. "Χωρίσαμε πριν οκτώ μήνες" μου είπε χαμογελαστή. Δεν έδειξα έκπληξη , την ρώτησα μόνο "Τώρα είσαι καλά;".
Η Αυσιέν, παρότι εξακολουθεί να μιλά χαμογελαστά, παρότι είναι ευδιάθετη και πάντα αισιόδοξη, δεν είναι καλά. Οι οκτώ αυτοί μήνες ήταν ο ένας χειρότερος από τον άλλον και την νοιώθω, τα χω περάσει, τα ξέρω και έχοντας ένα παιδί σίγουρα είναι χειρότερα από όσα ξέρω. Μου είπε μόνο ότι έχει μια σχέση, δεν ρώτησα λεπτομέρειες, της είπα να κοιτάξει μπροστά, να φτιάξει πάλι τη ζωή της.
Χθες το απόγευμα μου "χτύπησε " στο Skype, κατάλαβα ότι δεν θα ήταν μια "χαμογελαστή" συνομιλία. Πώς το κατάλαβα; Τόσα χρόνια στο τσατ, καταλαβαίνω με το καλημέρα του άλλου αν είναι καλά ή όχι. Και την Αυσιέν δεν την ξέρω μόνο μέσω της γραπτής επικοινωνίας. Ηταν λυπημένη γιατί η μικρή θα περνούσε 5 μέρες με τον μπαμπά της. Δεν ήθελε να την αποχωριστεί. Προσπάθησα να της δώσω κουράγιο, να της πω να μην κάνει χαζές σκέψεις, στο κάτω κάτω της γραφής, θα είχε κι αυτή 5 μέρες ελεύθερες να περάσει με τον φίλο της.
Κι εκεί έξυσα την πληγή. Η Αυσιέν άνοιξε τα μουσκεμένα από δάκρυα χαρτιά της και μου το ξέρασε "Δεν είναι τόσο απλό, είναι παντρεμένος και δεν μπορεί να χωρίσει γιατί η γυναίκα του δεν του δίνει διαζύγιο και εξαιτίας της κατάστασης η κορούλα τους (σημειώστε ότι είναι τριών μόλις χρονών) έχει ψυχολογικά προβλήματα". Στο μυαλό μου ήρθαν όλες οι παρόμοιες ιστορίες που κατά καιρούς έχω ακούσει, όλες οι παρόμοιες δικαιολογίες που περιφέρονται σε τέτοιες περιπτώσεις, και έγινα θηρίο. "Με το καλό" σκέφτηκα "είναι χάλια, φέρτης το με τρόπο".
Της είπα ότι κακώς νοιώθει ενοχές, κακώς φορτώνεται τα προβλήματα του Τζαν, αυτή είχε την τόλμη να λύσει τα δικά της και να τα παλέψει, αν και γυναίκα και μάλιστα πιστή μουσουλμάνα. Δεν της είπα ευθέως ότι ο καλός της βρίσκει μαλακισμένες δικαιολογίες, για να διατηρεί το ονειρεμένο δίπορτό του. Δεν της είπα ευθέως ότι ένα παιδάκι τριών χρονών δεν μπορεί να έχει "ψυχολογικά προβλήματα" γιατί ο μπαμπάς τα φόρεσε στη μαμά, παρά μόνον αν οι ίδιοι του το λένε απροκάλυπτα. Της είπα όμως ότι ο Τζαν δεν είναι μωρό, ότι αν θέλει να αποφασίσει θα αποφάσιζε κι ότι αν η γυναίκα του θέλει να σώσει τον γάμο τους, ουδείς την εμποδίζει , συνεπώς δεν χρειάζεται να πιάνει τον πρώην και τους γονείς της Αυσιέν για να βρει συμμάχους.
Με παρακάλεσε να βρεθούμε και οι τέσσερις μαζί ένα Σαββατοκύριακο, "αν δει τον Δημήτρη και μιλήσει μαζί του, ίσως καταλάβει" μου είπε. Δεν τόλμησα να της πω, ότι ακόμα κι αν δεχθεί ο Τζαν μία τέτοια συνάντηση (διότι μετά τα "προβλήματα του παιδιού", τα Σαββατοκύριακα κόπηκαν μαχαίρι) μόνο δυσαρέσκεια μπορεί να νοιώσει για έναν άντρα που πάτησε πόδι και απέφυγε μαλακισμένες δικαιολογίες για να κάνει τη ζωή του. Γιατί πολύ απλά ο Τζαν δεν θέλει να χωρίσει Αυσιένακι, δεν θέλει συνεπώς βοήθεια και υποδείξεις από κανέναν, απλά σου μεταδίδει τα "υποτιθέμενα προβλήματά του" για να μην σηκώσεις κεφάλι ποτέ.
Η Αυσιέν δεν είναι ούτε κουτή, ούτε φυγόπονη, ούτε ψάχνει κάποιον να κρεμαστεί πάνω του. Μπορεί κανένας να μου πεί, γιατί δεν μπορεί να καταλάβει το αυτονόητο; Γιατί ενώ σε όλες τις καταστάσεις της ζωής της λειτουργεί με δυναμισμό και λογική και στην κατάσταση με τον Τζαν έχει γίνει χαλί από το Ουσιάκ (μπαι δε γουέι, από κει κατάγεται) που το πατάνε όλο και περισσότεροι; Γιατί είναι ερωτευμένη μάλλον, τον αγαπά λέει. Κι αξίζει αυτή η αγάπη τόσο που η φωνή της έπαψε να είναι χαμογελαστή, που θα περάσει πέντε μέρες μόνη για πρώτη φορά στη ζωή της , χωρίς να ξεκουνηθεί να πάει μια βόλτα ρε αδελφέ.
Τελικά οι γυναίκες παντού είναι ίδιες! Μα εντελώς! Θα μου πείτε για να καταλήξω εκεί χρειαζόταν όλη αυτή η εισαγωγή; Οχι, ενδεχομένως όχι. Απλά στο πρόσωπό της βλέπω την Γωγώ μερικά χρόνια πριν. Και παρότι η φιλία μας όλα αυτά τα χρόνια στηρίχτηκε σε τηλέφωνα, δεν βγήκαμε για ψώνια μαζί, δεν μιλήσαμε για γκόμενους, δεν κουτσομπολέψαμε, δεν κάναμε διακοπές μαζί, με πονάει να την νοιώθω μόνη σήμερα και δυστυχισμένη. Ειδικά όταν σκέφτομαι πως θα μπορούσαν όλα να είναι εντάξει γιαυτή αν ένας άντρας έλεγε αλήθεια!