Monday, May 21, 2007

Το μπογαλάκι

Φορούσε σκουρόχρωμα ρούχα της Ανατολίας. Το μαντήλι της μαύρο. Πολύχρωμα μόνο τα απλωμένα κουρέλια γύρω της. Το βλέμμα της δεν το έβλεπες, το μαντήλι ήταν κατεβασμένο χαμηλά στα μάτια της. Διέκρινες το απλωμένο χέρι κι ένα μπογαλάκι στα χέρια της, ήταν παιδί? Ακόμα κι αν ήταν παιδί, ήταν τυλιγμένο σε πολύχρωμα υφάσματα, φτηνά υφάσματα , τίποτε δεν φαινόταν εκτός από αυτά
Καθισμένη στην σκιά του τεράστιου κτιρίου, σε ένα παράδρομο της Ιστικλάλ, με παρακάλια και ευχές , έβγαζε ή δεν έβγαζε το ψωμί της. Δεν διέφερε σε κάτι από τις δικές μας τσιγγάνες, όλου του κόσμου τις τσιγγάνες, που προσπαθούν να τραβήξουν την προσοχή σου, να αποσπάσουν ένα κέρμα, λέγοντας ευχές και – γιατί όχι?- βρίζουν όταν προσπερνάς χωρίς να τις κοιτάξεις.
Πέρασα μπροστά της τέσσερις, πέντε φορές, όλο το πρωί, και κάθε φορά που διαπίστωνα πως ακόμα ήταν εκεί, προσπαθούσα να καταλάβω τί ήταν το ακίνητο, πολύχρωμο μπογαλάκι στα χέρια της. Αδύνατον... Οι διαβάτες περνούσαν από μπροστά της αγνοώντας την οι περισσότεροι, δεν είναι η μόνη τσιγγάνα – ζητιάνα της Πόλης, δεν είναι τίποτα πρωτότυπο ώστε να κλέψει την προσοχή τους. Κι αυτή καθισμένη οκλαδόν, προσπαθούσε απλά να προστατευτεί από τον ήλιο. Σου έδινε την εντύπωση, ότι από συνήθεια μιλούσε, από συνήθεια ζητιάνευε.
Αργά το απόγευμα βρισκόμουν καθισμένη έξω από ένα μπαρμπέρικο, στην άλλη γωνιά της πλατείας, αρκετά μακρυά από τον παράδρομο της Ιστικλάλ. Κάπνιζα και χάζευα τις χιλιάδες κόσμου που περπατούσε στον δρόμο, παρατηρούσα τα πρόσωπά τους, τα ρούχα τους, το ανακάτεμα των πολιτισμών. Είναι μάλλον αδύνατο , στην Πόλη των είκοσι εκατομμυρίων κατοίκων, να συναντήσεις δεύτερη φορά την ίδια μέρα ένα άτομο, πόσο περισσότερο πέντε ή έξη φορές. Κι όμως...
Πέρασε μπροστά μου. Περπατούσε αργά, και στην πλάτη της βρισκόταν το πολύχρωμο μπογαλάκι της. Τα δευτερόλεπτα που βρέθηκε ακριβώς μπροστά μου, το πολύχρωμο μπογαλάκι κάρφωσε πάνω μου δύο τεράστια μαύρα μάτια , ένα διερευνητικό ύφος που μόνο σε παιδί δεν μπορούσε να ανήκει. Δεν θα ήταν δύο χρονών. Καθόταν σφιγμένο ατάραχα σε ένα αυτοσχέδιο μάρσιπο από πολύχρωμα υφάσματα ,στην πλάτη της μητέρας του (ήταν άραγε η μητέρα του?), και παρατηρούσε με τα τεράστια αμυγδαλωτά του μάτια το πλήθος. Το μόνο που έβλεπες (και που σε έκανε να καταλάβεις ότι όχι, δεν είναι μπογαλάκι), ήταν το πρόσωπό του. Το κεφάλι του ήταν καλυμμένο με ένα κόκκινο εμπριμέ μαντηλάκι, μια σταλιά κοριτσάκι μαντηλοφορεμένο.
Η τσιγγάνα προχώρησε, σκέφτηκα ότι θα ήθελα να τις φωτογραφίσω, αλλά δεν πρόλαβα και η μικρή γύρισε το κεφάλι της πίσω κι εξακολούθησε να με καρφώνει με τα μάτια της, μέχρι που χάθηκαν στο πλήθος. Οχι, δεν χαμογελούσε όπως όλα τα μωρά του κόσμου. Αυτό το βλέμμα, ήταν ένα βλέμμα, που δεν βλέπεις σε παιδιά. Δάκρυσα. Αυτό το παιδί, που με διάλεξε για να ακουμπήσει το βλέμμα του, τόσο επίμονα επάνω μου, θα μεγάλωνε στον δρόμο. Κι εγώ, που τόσο με κομμάτιασε το βλέμμα του, δεν θα μεγάλωνα ποτέ , κανένα παιδί. Χάιδεψα ενστικτωδώς τον «Αλλάχ» που κρεμόταν στον λαιμό μου και σκέφτηκα ότι , εκείνη η γυναίκα, που δεν φορούσε ένα τέτοιο κόσμημα αν και μουσουλμάνα, που δεν είχε την δυνατότητα να ταξιδεύει τα Σαββατοκύριακα όπου ήθελε , είχε κάτι που εγώ δεν θα είχα ποτέ, δυό τεράστια παιδικά μάτια που θα την κοιτούσαν με αγάπη.
Και μετά από αυτό , ήθελα να φύγω, να βρεθώ μακρυά από την Πόλη που καθρεφτιζόταν στα μάτια εκείνης της μικρής, ήθελα να κρυφτώ στο καβούκι μου, να μην βλέπω τίποτε που θα μου θύμιζε εκείνο το βλέμμα. Γυρίσαμε ξημερώματα, ταξιδεύοντας μέσα στην βροχή και ξάπλωσα για μία ώρα στο κρεββάτι μου. Βούλιαξα σε έναν ύπνο βαθύ, μακρυά από την Πόλη και τα χρώματά της, αφήνοντας εκεί το βλέμμα που με πόνεσε. Αλλά το βλέμμα της μικρής δεν με άφησε. Ηρθε στον ύπνο μου, μόνο που δεν το φορούσε πια ένα μπογαλάκι, αλλά μια ισχνή μελαχροινή μικρούλα με κοντά μαύρα μαλλιά, ντυμένη με σιέλ ρουχαλάκια, μια μικρούλα που είχε κάπου ξεχάσει το μαντηλάκι της...

3 comments:

Giannis Ianossss said...

Τυχερό "μπογαλάκι".=Είχε κάποια να το κουβαλάει.
Χιλιάδες "μπογαλάκια" ,γύρω σου , εκεί που βρίσκεσαι, εδώ, ψάχνουν διό μάτια να ενδιαφερθούν γι αυτά.
Δεν μπορεί θα πέρασε από το μυαλό σου.
:))
Υ.Γ.
Θέμα σκέψης και όχι πρόταση το παραπάνω.

Adomiel said...

Πολύ γλυκό...! :-)

fish eye said...

τρυφερο και πονεμενο..