Sunday, January 28, 2007

Ακούς?

Τους έχεις γραμμένους έτσι δεν είναι? Ολους αυτούς τους «μπάσταρδους» που σου κάνουν πλάκα χωρίς να μπορούν να συμφωνήσουν, ο ένας σου δίνει τρεις, ο άλλος έξη , ο άλλος δώδεκα μήνες. Κάτι σαν πρόγραμμα άτοκων δόσεων δεν είναι? Καλά κάνεις λοιπόν και τους έχεις γραμμένους.
Πώς μπορούν να ξέρουν πόσοι μήνες ακόμα? Ξέρουν τί προγράμματα έχουμε κάνει, πόσα έχουμε αφήσει στη μέση, πόσα περιμένουν να τα τελειώσουμε?
Ξέρουν ότι δεν έχεις πάρει ακόμα τη γαμημένη τη βίζα για να γνωρίσεις τη γειτονιά που γεννήθηκε ο πατέρας σου κάπου στην Θεσσαλονίκη?
Ξέρουν ότι δεν έχεις ακόμα αγαπηθεί από την γυναίκα που σου αξίζει?
Ξέρουν ότι ακόμα δεν έχεις καταφέρει να κερδίσεις το σπίτι που χρυσοπλήρωνες με κόπο τόσα χρόνια σε εκείνους τους απατεώνες?
Ξέρουν ότι έχουμε τόνους πράσινου ΕΦΕ να μας περιμένουν να τους πιούμε στου Μουσταφά και μετά να ανηφορίσουμε αγκαλιασμένοι κι οι τρεις στην πλατεία του Ταξίμ?
Ξέρουν ότι κάθε χρόνο στις 23 του Απρίλη , θα καθόμαστε οκλαδόν στον κήπο του Ιδρύματος?
Ξέρουν σε πόσους καφενέδες δεν έχουμε ακόμα πιεί καφέ?
Ξέρουν πόσες ψαροταβέρνες θα μας σερβίρουν κρυφά ρακί στις κούπες του καφέ?
Ξέρουν ότι ακόμα δεν καταφέραμε να πάμε μαζί στο Καπαλί Τσαρσί κι ότι κάθε φορά το αφήνουμε για την επόμενη?
Ξέρουν ότι ακόμα δεν έχουμε κάνει το μπάρμπεκιου που λέγαμε?
Ξέρουν ότι πρέπει να κάνουμε πάρτυ στο νέο σπίτι της Σερπίλ όταν ετοιμαστεί?
Οχι τίποτα δεν ξέρουν ! Τίποτα για σένα! Γι’αυτό παίζουν το πρόγραμμα των άτοκων δόσεων. Οσο θυμάμαι όλα τα μικρομάγαζα που μπαίναμε, το πάρκιν του Πανεπιστημίου και την γνώριμη ατάκα σου «εδώ δεν θέλουν λεφτά, λέτε μόνον το όνομά μου». Το όνομα ενός Μεγάλου Ανθρώπου όπως είπε απόψε ο Δημήτρης, που ακόμα και τώρα, στέκεται όρθιος. Οχι , δεν θέλω να πάμε πουθενά χωρίς εσένα και να πω το όνομά σου. Θέλω να είσαι μαζί μας, να είμαστε ο αδελφός σου και η γκένγκε σου, ακούς?
Εσύ μας βούτηξες στην μαγεία της Ιστάνμπουλ, εσύ μας έκανες να πάψουμε να είμαστε τουρίστες, δεν την θέλουμε χωρίς εσένα, ακούς? Εχουμε τόσα να κάνουμε, συνέχισε να γράφεις τους μπάσταρδους και περίμενέ μας... ακούς?

Thursday, January 25, 2007

Gule Gule Ismail


Λιγότεροι κατά ένα άτομο, φτωχότεροι κατά "πολύ" ψυχή.... Στο καλό...

Tuesday, January 23, 2007

Περαστικά μας

Επρεπε να το πάθω τώρα??? Πάνω που ετοιμάζω βαλίτσες για διήμερο- αστραπή στην Ελλάδα? Αυτή η καταραμένη βουλγάρικη πνευμονία έπρεπε να μου χτυπάει τοκ-τοκ την πόρτα? Δηλαδή το στήθος, την πλάτη, το κεφάλι κλπ κλπ. Ούτε να αρρωστήσω ρε γμτ μου πιά. Αυτά τα δέκατα με έχουν λοιώσει, από την Κυριακή το απόγευμα τα χάλια μου, και σήμερα είνα Τρίτη. Αχ να καταφέρω να κοιμηθώ απόψε και τίποτ' άλλο.
Από την άλλη σκέφτομαι ότι οι ενδόμυχες ευχές μου να γλυτώσω το ταξίδι έπιασαν τόπο. Οχι, δεν θέλω άλλες συναντήσεις με "συνεργάτες", όχι, δεν αντέχω να κάνω καμία παρουσίαση σε κανέναν πελάτη, αφήστε με επιτέλους στην απομόνωσή μου, εσείς μου την χαρίσατε, τί με τραβολογάτε τώρα να παίρνω αεροπλάνα μέσα στο χιόνι. Γιατί ναι θα χιονίσει την Πέμπτη, δεν θα γίνουν πτήσεις, να το δείτε. Κι εγώ θα έχω φτάσει αγκαλιασμένη με τα δέκατά μου στην Σόφια για να γυρίσω πίσω τελικά.
Οχι, δεν είμαι καλά. Είμαι πολύ κουρασμένη ακόμα και για να ανέβω τις σκάλες μέχρι το σπίτι, κι ας είμαι ήδη δώδεκα ώρες μέσα σε αυτό το φουλ-της-πνευμονίας γραφείο. Ο Δημήτρης είπε ότι σήμερα για πρώτη φορά κατάλαβε πως είναι να θέλεις να βάλεις τα κλάματα εδώ μέσα. Πόσο λυπάμαι... εγώ το έχω συνηθίσει,αλλά δεν αντέχουμε όλοι το ίδιο. "Σκέψου μόνο πόσες φορές δεν έβαλα τα κλάμματα ενώ το ήθελα" του είπα.
Τεσπα ας ελπίσω ότι αύριο θα είμαι λιγάκι καλύτερα. Μήπως και καταφέρω και φτιάξω βαλίτσα δηλαδή....

Wednesday, January 17, 2007

.... Εφτάαααα είναι.....

όχι θανάσιμες πεθερές!!!! Τα μωρά μας... εφτά είναι!
Σε αυτό το εργοστάσιο, το μόνο κομμάτι παραγωγής που δουλεύει κανονικότατα, χωρίς καθυστερήσεις και βλάβες είναι η σκυλομαμά μας! Θα επανέλθω με φωτογραφίες, την αφήνω σήμερα να ξεκουραστεί και να χαρεί τα μωράκια της (πάλι ένα και μοναδικό καφέ! ο μπαμπάς είναι ο ίδιος)

Friday, January 12, 2007

Ο "ξυλοκόπος" και η Φατμέ του

Ο Κεμάλ και η Φατμέ είναι Πομάκοι. Οι Πομάκοι ήταν ίσως εκείνοι οι μουσουλμάνοι της Βουλγαρίας που υπέφεραν λιγότερο, όταν το καθεστώς έδιωχνε σωρηδόν τους περισσότερους στην Τουρκία. Οι Πομάκοι σε καμία περίπτωση δεν ήταν Τούρκοι κι έτσι παρέμειναν εδώ , κάποιοι άλλαξαν τα ονόματά τους σε Βουλγάρικα, κάποιοι όχι.
Ο Κεμάλ κι η Φατμέ νοιώθουν Βούλγαροι. Με τους Τούρκους που ξεριζώθηκαν από εδώ, τους ενώνει η κοινή θρησκεία και τους χωρίζει μίσος προαιώνιο. Οταν τον γνώρισα, έκανα το λάθος να του πω ότι συμπαθώ τους Τούρκους. Τα γελαστά του μάτια, παρέμειναν γελαστά , αλλά η φωνή σκλήρυνε «ο παππούς μου έκανε αγώνα για να τους διώξει από την πατρίδα μας» είπε. Κι έτσι κι εγώ δεν ξαναμίλησα για Τούρκους στον Κεμάλ, που έχει άλλωστε αλλάξει και το επωνυμό του.
Ο Κεμάλ είναι «ξυλοκόπος». Η λέξη παλιά, κλεμμένη από τα παραμύθια μας. Πλέον οι «ξυλοκόποι» δεν κόβουν τα ξύλα τους με το τσεκούρι στο δάσος και ίσως γι’αυτό κι η λέξη να ξεχάστηκε. Εδώ όμως , οι «ξυλοκόποι» (που είναι συνήθως μουσουλμάνοι) κατά παράδοξο τρόπο έχουν φάτσα ξυλοκόπου, ίδια με αυτή που είχα συνηθίσει να βλέπω στα εικονογραφημένα παραμύθια των παιδικών μου χρόνων. Ετσι έχω κάθε λόγο να ξεθάψω τη λέξη.
Η Φατμέ είναι η κυρά του. Σίγουρα δεν την βόλεψε καθόλου το ότι στην επαγγελματική του κάρτα ο Κεμάλ έβαλε και το δικό της κινητό τηλέφωνο, για να του αφήνουν μηνύματα οι πελάτες όταν αυτός είναι στο δάσος. Αυτή δεν πάει στο δάσος, με την μαντήλα της φορεμένη, μένει στο σπίτι και νοιάζεται για το νοικοκυριό, αλλά λόγω του καταραμένου του κινητού, έμαθε να γνωρίζει για ποιόν πελάτη κόβει κάθε μέρα ξύλα ο Κεμάλ και πότε θα τα κατεβάσει από το βουνό. Εμαθε πότε θα τα στεγνώσει κι ένα σωρό άλλα περίεργα της δουλειάς, που δεν θα μάθαινε αν δεν παντρευόταν ξυλοκόπο, όντας κοριτσάκι ακόμα. Κι αυτά τα περίεργα κληροδότησε στην κόρη της, όταν κι αυτή παντρεύτηκε ξυλοκόπο.
Ο Κεμάλ βγάζει καλά λεφτά. Τα καλύτερα ίσως από όλους τους ξυλοκόπους της περιοχής σε μια χώρα που τα δάση είναι άφθονα. Ενα μήνα μετά την γνωριμία μας, κατάλαβα γιατί δουλεύει τόσο πολύ παρ’όλο τον ανταγωνισμό. Ο Κεμάλ δεν θα σε κοροϊδέψει ποτέ, θα παραδώσει ο ίδιος στον πελάτη (όχι οδηγοί ή εργάτες, ο ίδιος, το αφεντικό), θα σεβαστεί τα λεφτά που θα πάρει κι αν καταλάβει ότι ζορίζεσαι θα φορτώσει ό,τι έχει και θα στο φέρει χωρίς καν να στο πει, για να μην ξεμείνεις από δουλειά. Θα περιμένει μέχρι να φέρεις τα λεφτά από την τράπεζα, χωρίς να γκρινιάξει, κι ας έχει ένα σωρό δουλειές να τον κυνηγάνε, ο πελάτης μικρός ή μεγάλος, για τον Κεμάλ, αξίζει σεβασμό.
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Σήμερα το πρωί ψάχνοντας τον Κεμάλ, τηλεφωνήσαμε την Φατμέ κι αφού μας καθησύχασε ότι ο Κεμάλ δεν ξέχασε την παραγγελία μας, είπε ότι θα μας τηλεφωνήσει «όταν, πρώτα ο Αλλάχ, γυρίσει γερός από το δάσος» . Κι όταν ο γελαστός Κεμάλ μας τηλεφώνησε γυρίζοντας, είπε «πως γύρισε από το δάσος γερός, δόξα τω Κύριω» και θα μας φέρει την παραγγελία την Τρίτη. Κι ήταν τόσο γλυκές αυτές οι κουβέντες του μονιασμένου ζευγαριού, κουβέντες που έμαθαν από παιδάκια να νοιώθουν και να λένε, κουβέντες που έχουμε όλοι εμείς, οι ορθολογιστές - τεχνοκράτες - επαγγελματίες, ξεχάσει προ πολλού. Οχι, δεν είμαι θρησκόληπτη, ούτε καν θρησκευόμενη, απλά είναι τόση η γοητεία των λέξεων που σε γυρίζουν στην εποχή των παιδικών μας παραμυθιών, τότε που ο καλός ξυλοκόπος γύριζε στο σπίτι του με τη βοήθεια της ανώτερης δύναμης.
Το παραμύθι του το ζει ακόμα, ο ξυλοκόπος Κεμάλ και η λατρεμένη του Φατμέ, που τούτη την ώρα κάνουν οι δυό τους, μόνοι τους, δέματα τα ξύλα πριν ξεκινήσει ο Κεμάλ την αυριανή διανομή τους.

Saturday, January 06, 2007

Μας μπήκε! :Ρ

Αργησα να πώ "Καλή Χρονιά". Κάλλιο αργά παρά ποτέ... καλύτερη από όλες τις προηγούμενες και χειρότερη από όλες τις επόμενες εύχομαι, για μένα και για όλους μας. Εχουμε επιστρέψει από την Τετάρτη τα ξημερώματα από Ελλάδα και όχι απλώς χρόνο για ποστ δεν είχα (αχ και πόσα ήθελα να γράψω!) ούτε για ύπνο δεν υπάρχει χρόνος.
Το 2007 μπήκε με φούρια, προϋπολογισμοί που πρέπει να πιαστούν, νεύρα να τεντωθούν κλπ κλπ και χάσαμε και τον σκυλομπαμπά μας, τον Γιώργο. Μυστήριο μου φαίνεται πως μέσα σε δύο μήνες έχουν εξαφανιστεί δύο από τα αρσενικά σκυλία και μάλιστα τα μεγαλύτερα και πιο άγρια. Και μου τη δίνει να βλέπω την σκυλοοικογένεια αποσυντονισμένη, ο Γιώργος ήταν εξαιρετικός πάτερ φαμίλιας, απίστευτος φύλακας, αν και λίγο δικτάτορας ο άτιμος. Μετά την κατάρευση λοιπόν της δικτατορίας του, επικρατεί μία θλιμμένη αναρχία στα υπόλοιπα, να δούμε που θα βγεί. Λέτε βρε, να μου εξαφανίζουν τα σκυλιά για να μας φάνε λάχανο??? Οχι δεν βλέπω θρίλλερ και περιπέτειες, απλά ζω στην Βουλγαρία.
Πάντως όπως και να έχει γίναμε Ευρωπαίοι! (το Ευρώ δεν έχει γίνει ακόμα νόμισμά μας, οπότε επί του παρόντος κρατάμε το δεύτερο συνθετικό της λέξης, λίγο ανορθόγραφο). Αν καταλάβαμε τίποτα? Δυστυχώς, λείπαμε στην Ελλάδα, τις βραδυές των εκδηλώσεων, των πυροτεχνημάτων και των παρελάσεων και δεν αισθανθήκαμε την "λαμπρή είσοδο". Κάτι είχαμε ψιλοπάρει χαμπάρι, όταν βγαίνοντας για Ελλάδα στις 29, δεν βρήκαμε τσιγάρα στα αφορολόγητα. Τα οποία αφορολόγητα, έκλειναν! Ναι καλέ, έκλειναν! Θα πούμε το τσιγάρο τσιγαράκι σας λέω. Αααα, κι όταν μπήκαμε στις 2 Γενάρη, ήταν μεγάλη η ανακούφιση που δεν χρειαζόταν διαβατήριο (εμ εγκλωβισμένοι εδώ, δεν είχαμε χρόνο να βγάλουμε τα καινούργια, εκείνα με τον σιέλ Παρθενώνα, ξέρετε) και δεν υπήρχε τελωνειακός για να μας ξεχέσει στα Βουλγάρικα για το κρασί του μπαμπά (20λιτρο παρακαλώ), το κεφαλοτύρι του μπαμπά (λύσσα να μην έχουν ένα σκληρό κίτρινο τυρί εδώ οι άσχετοι), τις ελιές και τα πορτοκαλομανταρινόλεμόνια, που έτσι και κατέβαινα το επόμενο πρωί στην μπόρσα εδώ δίπλα, θα είχα γίνει πλούσια! Δεν μιλάμε για όλα τα γλυκά των γιορτών, αυτά και με τελωνείο θα τα περνούσαμε (λες να μήν?). Κι έτσι μόλις περάσαμε τα σύνορα κυριλέ (και χωρίς να πληρώσουμε για την απολύμανση για πρώτη φορά !) ένοιωσα ότι ναι, η Βουλγαρία είναι Ευρώπη, πάει και τελείωσε! Δεν μου κράτησε πολύ η χαρά, όταν άρχισαν οι τεράστιες λακούβες (σε σχήματα όλων ανεξαιρέτως των Ευρωπαϊκών κρατών) και η ομίχλη σε δρόμους χωρίς κανέναν φωτισμό, πήρα τα λόγια μου πίσω και είπα "Ευρώπη και κουραφέξαλα, οι Βούλγαροι είναι πάντα Βούλγαροι". Την επόμενη μέρα ασφαλώς, όταν ουδείς γνώριζε τί γίνεται με τα φορτηγά, με τί χαρτιά ταξιδεύουν, πως περνάνε τα σύνορα, όταν ούτε εφορίες ούτε τελωνεία σου έδιναν απαντήσεις (παρά μόνο την απίθανη "δεν είμαστε γραφεία πληροφοριών εδώ") έγινα Βουλγάρα καραμπινάτη, κάτασπρη και ροδομάγουλη και ανέκραξα "πανάθεμα την Ευρώπη σας, τί θέλατε και μας μπλέξατε??".
Πάνε βέβαια αυτά, πέρασαν ή θα περάσουν (σε πόσα χρόνια αγνοώ,αλλά πλήζ, όχι ερωτήσεις που πονάνε) και επιστρέψαμε στην καθημερινότητά μας, στο Μετζάκι μας, που μας έλειψε και σε όλες "τις ανέσεις της ζωής στο χωριό" (ω ναί, έβρασα χθες φακές στην ξυλόσομπα στον απίθανο χρόνο των είκοσι λεπτών και ήταν απίθανες) και για να είμαι ειλικρινής, δεν μας βλέπω να ξεκουνάμε πάλι σύντομα, αρκετά με τα ταξίδια, κεφάλια μέσα.
Η Ελλάδα δεν μου φάνηκε αλλαγμένη, το σπίτι μας παρότι ήταν θεόκλειστο έξη ολόκληρους μήνες δεν είχε καν σκόνη, οι γονείς μου είναι καλύτερα απ'ότι πριν από έξη μήνες, δείχνουν να έχουν πια συνηθίσει την απουσία μας, ο Θανούκος μας μεγάλωσε και έχω την εντύπωση ότι μοιάζει και στις τρείς μας (μην το ακούσει ο γαμπρός μου, κάηκα)! Οχι, φίλους δεν είδαμε πλην του Γιάννη. Να είμαστε και ειλικρινείς, δεν μας έψαξε και κανένας όσο είμασταν στο Ναύπλιο. Η αλήθεια είναι ότι κι εμείς έχουμε ξεκόψει από όλους, όσο καιρό είμαστε εδώ, και όπως και να το κάνουμε, οι "φιλίες" είναι και λίγο συνήθεια, σωστά ? Αυτό που με σόκαρε, ήταν ότι παρότι δεν ζω σε μία πόλη ωραιότερη από το Ναύπλιο, δεν έχω καμία πρόθεση να επιστρέψω εκεί, για πρώτη ίσως φορά μου φάνηκε τόσο μικρό , τόσο τετρημμένο. Εμένα, που πριν από πέντε περίπου χρόνια, το επέλεξα για να ξαναστήσω τη ζωή μου. Θα γράψω (αν τα καταφέρω) κάποια άλλη στιγμή για τό πώς είδα το Ναύπλιο αυτή την φορά.
Λοιπόν μας περιμένει μια κουραστική χρονιά (ακόμα μία), ελπίζω τουλάχιστον να μπορέσουμε να την βγάλουμε πέρα με λιγότερο κόπο από την προηγούμενη και με λιγότερες προσωπικές απώλειες. Είναι η χρονιά που θα κλείσω τα τριανταπέντε και κάπως μου ακούγεται μμτ. Είδωμεν....
Πριν λίγα λεπτά ο Δημήτρης μου (που κλείνει τα σαρανταένα σήμερα και τον χαίρομαι) ανακάλυψε τον σκυλομπαμπά μας, παγιδευμένο κάπου προς το βουνό και τον έφερε πίσω διψασμένο, πεινασμένο και με τα μάτια κατακόκκινα. Ηταν λέει το καλύτερο δώρο που μπορούσε να πάρει (και ο Δημήτρης και ο Γιώργος θα συμπληρώσω εγώ). Κι έτσι θα σας αφήσω για να συμμετάσχω στο πάρτυ της σκυλοοικογένειας που στήθηκε ήδη απέξω από την πόρτα μας, με όλα τα μέλη να παρίστανται! Το βράδυ θα κάνουμε το "μπανκέτι" για την "ροζντεν ντεν" του Δημήτρη , σε κάποιο εστιατόριο, σε κάποιο βουνό, η κράτηση ευγενική χορηγία της Ολγας και του Κράσι (ούτε κατάλαβα που είναι, ούτε τίποτα, αλλά αφού λύσσαξαν να πάμε, ας πάμε να τελειώνουμε).
Να περνάμε όλοι καλά.