Τους έχεις γραμμένους έτσι δεν είναι? Ολους αυτούς τους «μπάσταρδους» που σου κάνουν πλάκα χωρίς να μπορούν να συμφωνήσουν, ο ένας σου δίνει τρεις, ο άλλος έξη , ο άλλος δώδεκα μήνες. Κάτι σαν πρόγραμμα άτοκων δόσεων δεν είναι? Καλά κάνεις λοιπόν και τους έχεις γραμμένους.
Πώς μπορούν να ξέρουν πόσοι μήνες ακόμα? Ξέρουν τί προγράμματα έχουμε κάνει, πόσα έχουμε αφήσει στη μέση, πόσα περιμένουν να τα τελειώσουμε?
Ξέρουν ότι δεν έχεις πάρει ακόμα τη γαμημένη τη βίζα για να γνωρίσεις τη γειτονιά που γεννήθηκε ο πατέρας σου κάπου στην Θεσσαλονίκη?
Ξέρουν ότι δεν έχεις ακόμα αγαπηθεί από την γυναίκα που σου αξίζει?
Ξέρουν ότι ακόμα δεν έχεις καταφέρει να κερδίσεις το σπίτι που χρυσοπλήρωνες με κόπο τόσα χρόνια σε εκείνους τους απατεώνες?
Ξέρουν ότι έχουμε τόνους πράσινου ΕΦΕ να μας περιμένουν να τους πιούμε στου Μουσταφά και μετά να ανηφορίσουμε αγκαλιασμένοι κι οι τρεις στην πλατεία του Ταξίμ?
Ξέρουν ότι κάθε χρόνο στις 23 του Απρίλη , θα καθόμαστε οκλαδόν στον κήπο του Ιδρύματος?
Ξέρουν σε πόσους καφενέδες δεν έχουμε ακόμα πιεί καφέ?
Ξέρουν πόσες ψαροταβέρνες θα μας σερβίρουν κρυφά ρακί στις κούπες του καφέ?
Ξέρουν ότι ακόμα δεν καταφέραμε να πάμε μαζί στο Καπαλί Τσαρσί κι ότι κάθε φορά το αφήνουμε για την επόμενη?
Ξέρουν ότι ακόμα δεν έχουμε κάνει το μπάρμπεκιου που λέγαμε?
Ξέρουν ότι πρέπει να κάνουμε πάρτυ στο νέο σπίτι της Σερπίλ όταν ετοιμαστεί?
Οχι τίποτα δεν ξέρουν ! Τίποτα για σένα! Γι’αυτό παίζουν το πρόγραμμα των άτοκων δόσεων. Οσο θυμάμαι όλα τα μικρομάγαζα που μπαίναμε, το πάρκιν του Πανεπιστημίου και την γνώριμη ατάκα σου «εδώ δεν θέλουν λεφτά, λέτε μόνον το όνομά μου». Το όνομα ενός Μεγάλου Ανθρώπου όπως είπε απόψε ο Δημήτρης, που ακόμα και τώρα, στέκεται όρθιος. Οχι , δεν θέλω να πάμε πουθενά χωρίς εσένα και να πω το όνομά σου. Θέλω να είσαι μαζί μας, να είμαστε ο αδελφός σου και η γκένγκε σου, ακούς?
Εσύ μας βούτηξες στην μαγεία της Ιστάνμπουλ, εσύ μας έκανες να πάψουμε να είμαστε τουρίστες, δεν την θέλουμε χωρίς εσένα, ακούς? Εχουμε τόσα να κάνουμε, συνέχισε να γράφεις τους μπάσταρδους και περίμενέ μας... ακούς?
Πώς μπορούν να ξέρουν πόσοι μήνες ακόμα? Ξέρουν τί προγράμματα έχουμε κάνει, πόσα έχουμε αφήσει στη μέση, πόσα περιμένουν να τα τελειώσουμε?
Ξέρουν ότι δεν έχεις πάρει ακόμα τη γαμημένη τη βίζα για να γνωρίσεις τη γειτονιά που γεννήθηκε ο πατέρας σου κάπου στην Θεσσαλονίκη?
Ξέρουν ότι δεν έχεις ακόμα αγαπηθεί από την γυναίκα που σου αξίζει?
Ξέρουν ότι ακόμα δεν έχεις καταφέρει να κερδίσεις το σπίτι που χρυσοπλήρωνες με κόπο τόσα χρόνια σε εκείνους τους απατεώνες?
Ξέρουν ότι έχουμε τόνους πράσινου ΕΦΕ να μας περιμένουν να τους πιούμε στου Μουσταφά και μετά να ανηφορίσουμε αγκαλιασμένοι κι οι τρεις στην πλατεία του Ταξίμ?
Ξέρουν ότι κάθε χρόνο στις 23 του Απρίλη , θα καθόμαστε οκλαδόν στον κήπο του Ιδρύματος?
Ξέρουν σε πόσους καφενέδες δεν έχουμε ακόμα πιεί καφέ?
Ξέρουν πόσες ψαροταβέρνες θα μας σερβίρουν κρυφά ρακί στις κούπες του καφέ?
Ξέρουν ότι ακόμα δεν καταφέραμε να πάμε μαζί στο Καπαλί Τσαρσί κι ότι κάθε φορά το αφήνουμε για την επόμενη?
Ξέρουν ότι ακόμα δεν έχουμε κάνει το μπάρμπεκιου που λέγαμε?
Ξέρουν ότι πρέπει να κάνουμε πάρτυ στο νέο σπίτι της Σερπίλ όταν ετοιμαστεί?
Οχι τίποτα δεν ξέρουν ! Τίποτα για σένα! Γι’αυτό παίζουν το πρόγραμμα των άτοκων δόσεων. Οσο θυμάμαι όλα τα μικρομάγαζα που μπαίναμε, το πάρκιν του Πανεπιστημίου και την γνώριμη ατάκα σου «εδώ δεν θέλουν λεφτά, λέτε μόνον το όνομά μου». Το όνομα ενός Μεγάλου Ανθρώπου όπως είπε απόψε ο Δημήτρης, που ακόμα και τώρα, στέκεται όρθιος. Οχι , δεν θέλω να πάμε πουθενά χωρίς εσένα και να πω το όνομά σου. Θέλω να είσαι μαζί μας, να είμαστε ο αδελφός σου και η γκένγκε σου, ακούς?
Εσύ μας βούτηξες στην μαγεία της Ιστάνμπουλ, εσύ μας έκανες να πάψουμε να είμαστε τουρίστες, δεν την θέλουμε χωρίς εσένα, ακούς? Εχουμε τόσα να κάνουμε, συνέχισε να γράφεις τους μπάσταρδους και περίμενέ μας... ακούς?