Επιστρέψαμε, κλασσικά ξημερώματα, κατανικώντας την επιθυμία να επιστρέψουμε πρωί (πρόοδος μεγάλη!). Πώς ήταν το ταξίδι?
Παρασκευή βράδυ φτάσαμε στην Ιστάνμπουλ. Λανθασμένη επιλογή, η αλλαγή ξενοδοχείου, τελικά το Orient Express μας, είναι το πιο γλυκό σπιτάκι, δεν θα ξαναπειραματιστώ με τίποτα!
Μεσάνυχτα στο Halic για ισκεμπέ και κοκορέτσι, απίθανα όπως πάντα. Γελάσαμε, όταν η Αυσιέν προσπαθώντας να σηκωθεί για να φύγουμε, ανακάλυψε ότι το παντελόνι της είχε πιαστεί (άγνωστο πως!) στα καγκελάκια της καρέκλας. Τα γκαρσόνια όλα γύρω μας, δεν άπλωναν χέρι να βοηθήσουν (και πώς να άπλωναν), μόνο αναρωτιόντουσαν "μα πώς το κάνατε αυτό?", ενώ εγώ ζητούσα να τους πληρώσουμε την καρέκλα και να την πάρουμε σηκωτή! Βεβαίως, τα επιδέξια χεράκια μου, την απελευθέρωσαν και το γέλιο συνεχίστηκε στο ταξί, καθώς ο Δημήτρης αναπαρήγαγε την σκέψη "φαντάζεστε να την παίρναμε με την καρέκλα?"
Σάββατο πρωί, η Ιστικλάλ μας υποδέχτηκε με μια λιακάδα απίθανη, και στο Ταξίμ, ταϊσαμε με την Μελίς όλα τα περιστέρια της πλατείας. Αγοράσαμε καλτσάκια για την κούκλα της και καταλήξαμε στο Litera, που είναι πάντα το ωραιότερο σημείο για καφέ, με θέα τον Βόσπορο.
Το μεσημέρι φάγαμε τα λατρεμένα μας κεμπάπ στο Guler, ο Αχμετ, για μια ακόμα φορά, ήταν σε μεγάλα κέφια. Λίγο πριν το σούρουπο, χέρι-χέρι με τον Δημήτρη μου, κατηφορίσαμε και πάλι για την Ιστικλάκ και δεν μπορώ να ξεχάσω, αυτόν τον υπέροχο ουρανό του ηλιοβασιλέματος, αυτά τα χρώματα, που Φλεβάρη μήνα σε έκαναν να νοιώθεις ότι είναι Απρίλης. Στο Μαρκίς, βρήκαμε το "τρίο" που είχε καταφθάσει από την Μπούρσα, για να καταλήξουμε στο Ασμαλούμεστζίτ και να πιούμε το καθιερωμένο πράσινο Εφέ μας, συνοδευόμενο από τα πιο φρέσκα θαλασσινά. Η ζωντανή μουσική, εξαιρετική όπως πάντα, μας καθήλωσε εκεί μέχρι τις δύο, οπότε και η βραδυά συμπληρώθηκε γευστικά με το καθιερωμένο γλυκάκι στο Ozsut.
Την Κυριακή το πρωί, καφεδάκι στο Μπεμπέκ και ζεστά κεμπάπ σε σάντουιτς, σε μία καντίνα κοντά στο Ρούμελι Χισαρου. Θα ξαναπάω,θα ξαναφάω! Τελευταία στιγμή φθάσαμε στο Γενίκαπί για να πάρουν τα παιδιά το φέρρυ, αφού ο Ογούζ είχε αποφασίσει ότι έπρεπε να δουν όλη την Πόλη (συμπεριλαμβανομένου του Πατριαρχείου!) στην μισή ώρα που απέμενε.
Μετά,οι τρείς μας μαζί με τον Suha, φύγαμε για Yesilkoy, ήπιαμε τις μπυρίτσες μας και σχολιάσαμε τα πάντα, όπως πάντα. Και επιτέλους συνειδητοποίησα, ότι αυτό που με τραβά στην Πόλη δεν είναι τα ελληνικά απομεινάρια της, αλλά η καθαρά οθωμανική και ανατολίτικη πλευρά της. Το Yesilkoy (Αγιος Στέφανος ελληνιστί) ας πούμε, μοιάζει πολύ με το Ναύπλιο και τα μέρη μου, είναι πανέμορφο, αλλά δεν με τρελλαίνει κιόλας. Σε αντίθεση με το Εγιούπ και τα στενάκια του Εντιρνέκαπου που τα λατρεύω.
Φύγαμε, αργά το βράδυ. Πληρώσαμε πρόστιμα τόσο στην Τουρκική όσο και στην Βουλγαρική τροχαία. Στην δεύτερη μικρότερο, γιατί οι αστυνομικοί με πέρασαν για Βουλγάρα, παντρεμένη με Ελληνα, παρακαλώ!!! (θα το αντέξω). Για πρώτη φορά περάσαμε τα σύνορα σε λιγότερο από είκοσι λεπτά! Είναι κάτι κι αυτό.
Γενικά τώρα:
- Είδα επιτέλους την κορούλα της Αυσιέν, την Μελίς, που την πρωτοάκουσα όταν ήταν τριών ετών και τώρα είναι έντεκα! Γίναμε αυτοκόλλητες και την έμαθα να γράφει στα Ελληνικά!
- Είδαμε τους περισσότερους από τους αγαπημένους μας φίλους και γνωρίστηκαν και μεταξύ τους.Και ταίριαξαν και μεταξύ τους!!!
- Δεν ήπιαμε ρακί μαζί με τον Ογούζ (παράλειψη τραγική!)
- Δεν μπορέσαμε να πάμε στο σουνέτι του γιού του άλλου Ογούζ (ελπίζω να βρεθεί κάποιο άλλο, σύντομα!).
Για μια ακόμη φορά , φεύγοντας ένοιωθα ότι ένα κομμάτι του εαυτού μου, το άφησα εκεί. Κι είναι τόσο μεγάλο, που σκέφτομαι σε δύο εβδομάδες να ξαναπάω.