Friday, February 27, 2009

Θα μου λείψουν...

... όταν και αν κάποτε, φύγω από εδώ:

- Το απίθανο ανθρακούχο νερό του Μιχάλκοβο
- Το νηπιαγωγείο του χωριού και τα παιδάκια του
- Οι βραδυές στην καφετέρια της Μπόμπι με όλη την παρέα παρούσα
- Τα καλοκαιρινά βράδυα στο ταβερνάκι του Ανγκελ και της Νάστενκα δίπλα στο ποτάμι.
- Η ίδια η παρέα και η αγάπη της που με αγκαλιάζει, ακόμα και όταν τσακωνόμαστε
- Η ρακία του Ντιάντο Λίτσο και τα χειροποίητα αλλαντικά της Μπάμπα Νικολίνκα
- Τα ανέκδοτα και οι ιστορίες του Μπόικο
- Τα κορίτσια μου στο γραφείο
- Τα σκυλιά μας, όλα!
- Πολλοί, πάρα πολλοί από τους εργάτες μας (θαύμα, πριν δυό χρόνια, δεν θα μου έλειπε κανένας, άρα προοδεύσαμε)
- Ο Δήμαρχος του χωριού και ο αγώνας του να κάνει χρυσάφι την λάσπη
- Η ξυλόσομπά μας και όλα τα «σπίτια» που φτιάξαμε με μεράκι, μέσα στο εργοστάσιο.
- Το να μιλάω Βουλγαρικά (έστω και ραζβαλέν)
- Τα πικνίκ του καλοκαιριού στα βουνά
- Οι γιορτές της Μπάμπα Μάρτα και της μέρας της Γυναίκας.
- Κάποια βουλγάρικα τραγούδια που έχω αγαπήσει
- Οι γεμάτες ξεφάντωμα γιορτές του προσωπικού
- Το Αμπιρ στο Βέλινγκραντ
- Ο συνοριακός σταθμός στο Καπιτάν Αντρέεβο που σε βγάζει στην Τουρκία
- Το γέλιο της Πέτια μου (τώρα μόλις, το άκουσα, πάλι)
- Τα κεριά και τα σαπούνια της Ρεφάν...

Η σειρά στην λίστα είναι τυχαία. Κι όσο την κοιτάζω, ανακαλύπτω ότι πριν τρία χρόνια δεν θα μου έλειπε τίποτα από τα παραπάνω. Πριν από δύο χρόνια , ούτε τα μισά. Τώρα είμαι σίγουρη, ότι δεν τα έγραψα κι όλα. Μου πήρε καιρό να αγαπήσω τον τόπο και τους ανθρώπους. Τώρα όμως, τα αγαπάω βαθιά.
Οταν και αν φύγω κάποτε από εδώ, η μισή μου καρδιά θα παραμείνει.

Wednesday, February 25, 2009

Ο έρωτας της χρονιάς δεν υφίσταται!

Μόλις πληροφορήθηκα, ότι η Μπάμπα Μάρτα δεν είναι σεξομανής. Τεσπά, δεν τον κάνει με τον Ντιάντο Κόλεντα!
Ως χαζή αλλοδάπή, σας έλεγα βλακείες! Ρώτησα λοιπόν κι έμαθα! Η Μπάμπα Μάρτα είναι απλώς αλκοολική! Ερχόμενη επισκέφθηκε τα δύο αδελφάκια, τον Μεγάλο Κόφτη και τον Μικρό Κόφτη (θα σας εξηγήσω τα ονόματά τους, παρακάτω). Λοιπόν οι Κόφτες , είναι δύο αδελφάκια, που όλον τον Φλεβάρη τα κοπανάνε. Η Μπάμπα Μάρτα κάθε φορά που έρχεται , περνάει από το σπίτι τους, να πιει το κρασάκι της! Ε φέτος, μεσούσης της κρίσεως, κρασάκι νιάμαμε! Το ήπιαν όλο!
Τα πήρε λοιπόν στην κράνα η Μπάμπα Μάρτα και είναι τόσο θυμωμένη που πήρε τα χιόνια της κι έρχεται!

Σας περιέγραψα με τον πιο γελοίο τρόπο, ένα από τα παραμύθια της Μπάμπα Μάρτα. Οι "Κόφτες", αποδίδονται έτσι σε ελεύθερη μετάφραση, καθώς το ονομά τους προέρχεται, από την φράση "κόβει το κρύο", στα βουλγάρικα.

Ρόδα είναι και γύρισε.

Ψιτ, τώρα που "κλαις" και ωρύεσαι. Δεν το τρώω, γιου νόου. Δεν κλαις από λύπη, από νεύρα κλαις. Γιατί δεν σου βγαίνει καμία από τις διαολιές που σχεδιάζεις. Ποτέ δεν σου έβγαινε, το ξέρεις, απλά κάποιοι σε ανεχτήκαμε. Την παρεξήγησες πολλάκις την ανοχή και την ευγένεια. Δυστυχώς ρόδα είναι και γυρίζει από την μια, αποκαλύπτεται η ανεπάρκειά σου αφετέρου. Γιατί θέλει και κότσια το θέμα και άλλα πολλά. Οι ραδιουργίες κι οι τρικλοποδιές, για λίγο έχουν αποτέλεσμα. Πώς το λέμε ελληνιστί αυτό? Ο ψεύτης κι ο κλέφτης, τον πρώτο χρόνο χαίρονται. Κι επειδή καήκαμε στον χυλό, πλέον φυσάμε και το γιαούρτι σου.
Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο κι εμένα δεν μου αρέσουν τα κρύα πιάτα. Συνεπώς, βλέποντάς σε έτσι, απλά ανακουφίζομαι που κατάφερα να επιβιώσω εγώ, παρά τα όσα μου έκανες. Και ξέρεις, βαρέθηκα να κάνω σβούρες για να γλυτώσω τις παγίδες σου. Ξέρεις ότι πια δεν σε παίρνει. Είπες το πρωί, ότι σου δείχνουν την πόρτα. Αφού επικαλείσαι τόση "αξιοπρέπεια" (του κώλου, μεταξύ μας!), γιατί δεν την βλέπεις επιτέλους?
Α! Μπάι δε γουέι, θα σου κάνω δώρο τα μεταφορικά για τις γούνες! Καργιολέν, ε καργιολέν!

Tuesday, February 24, 2009

Η ταυτότητα

Σήμερα χρειάστηκε να κατέβω στην Τράπεζα. Είχα να πάω πολύ καιρό και σήμερα με το ζόρι πήγα , γιατί (άκουσον-άκουσον!) έπρεπε εγώ να πάρω τον κωδικό για το ιντερνετ μπάνκιν. Λες και θα το χρησιμοποιήσω εγώ! Ενιγουέι, πήρα την Νούσια αλα μπρατσέτα και πήγαμε. Καλή ευκαιρία να αγοράσω και τα βραχιολάκια μου για την Κυριακή.
Φτάνουμε στην υπάλληλο και με κοιτάζει περίεργα. "Τί διάολο? " σκέφτομαι. Πάμε να πάρουμε τον κωδικό. "Εχετε μαζί σας ταυτότητα?" με ρωτάει. Βγάζω την βουλγάρικη, η οποία μετά το 2007 δεν έχει φωτογραφία. "Ααααα, δεν έχετε μαζί σας την Ελληνική?" εξακολουθεί. Εχω αρχίσει και φορτώνω. Με ξέρουν στις τράπεζες αφενός, ειδικά αυτή η υπάλληλος! Ουδέποτε μου ζητάνε ταυτότητα, είμαι κάτι σαν καρτούν. " Η ξένη κυρία, διευθύντρια της τάδε εταιρείας". Τεσπά, αποφασίζω να είμαι ευγενική. Της δίνω την ελληνική, την οποία αποφεύγω να δίνω, διότι ντρέπομαι για το χάλι μας (οι βουλγάρικες είναι κάτι υπέροχες με έγχρωμες φωτογραφίες και τσιπάκια, στο μέγεθος πιστωτικής, άλλο να στο λέω κι άλλο να τις βλέπεις!).
Την κοιτάζει και σκάει ένα χαμόγελο ναααααααα! "Αχχχ, πότε κουρευτήκατε????". Μένω κάγκελο. "Πάνε κάτι μήνες" της απαντάω. "Σας θυμάμαι με τα μακρυά μαλλιά και δεν σας γνώρισα!". Δεν κάνει τον κόπο να πιάσει την ταυτότητα στα χέρια της. Την φωτογραφία μόνο ήθελε να δει, τα άλλα στοιχεία ποσώς την ενδιαφέρουν. "Αχ, σας πάνε καλύτερα έτσι, πώς και το αποφασίσατε?". "Είπα να μοιάζω περισσότερο Βουλγάρα" της απαντάω.
Μέχρι αυτή τη στιγμή, δεν ξέρω εάν η απάντησή μου την ενθουσίασε, ή της φάνηκε αγενής...

Monday, February 23, 2009

Ο έρωτας της χρονιάς




Κάτι μου λέει ότι φέτος....

Η καλή μας Μπάμπα Μάρτα,

ζει έναν πρωτόγνωρο έρωτα

με τον Ντιάντο Κόλεντα

κι ανάθεμα αν δούμε άνοιξη....

Χιόνι

Κάτι λέγαμε για χιόνι....

Το οποίο σαν αποτέλεσμα είχε, την διακοπή ρεύματος....

Και ελλείψει γραφείου, τα κοριτσάκια μου πέρασαν όλη την Παρασκευή στο ξυλουργείο, που δόξα τω Κύριω (και σε πείσμα της πυροσβεστικής!) έχει ξυλόσομπα .....Επειδή όμως είχαμε και φορτηγά να φορτώσουμε...


τα τιμολόγια ετοιμάστηκαν στο λαπτόπι , το οποίο μεταφέραμε στο ξυλουργείο
και κατόπιν στο δημαρχείο του χωριού, για να τα εκτυπώσουμε...








Thursday, February 19, 2009

Νεύραααα ^%#&)*&^#)

Εάν ακούσω άλλη μια φορά, εντός της ημέρας ότι....
1. Σήμερα είναι τσικνοπέμπτη
2. Τί όμορφο που είναι το χιόνι,
θα κάνω φόνο!

Wednesday, February 18, 2009

Λίγα απ' όλα

Σέρνομαι. Πολύ δουλειά. Νοιώθω όπως τις πρώτες μέρες που ήρθα εδώ. Και παρότι πια δεν είμαι στραβάδι όπως τότε, πάλι πελαγωμένη είμαι. Βλέπω δίπλα μου, τα κορίτσια στο γραφείο να έχουν επίσης πελαγώσει και τα λυπάμαι.
Η Ελενα μέχρι αργά το βράδυ εδώ. Πότε ζει το ταλαίπωρο?
Η Πέτια σήμερα με παρακάλεσε να φύγει κανονικά, να προλάβει να κουρευτεί. Την κοίταξα λες και την έβλεπα πρώτη φορά. Δεν είχα παρατηρήσει πως το μαλλί της είχε γίνει σαν το μαλλί της γριάς.
Στην αποθήκη τα παιδιά χαμογελούν. Φεύγουν μεσάνυχτα με χαμόγελο. Αυτοί οι ίδιοι που πριν μερικούς μήνες, δεν δέχονταν να δουλέψουν Σάββατο. Πως αλλάζουν οι καιροί εν μέσω κρίσης, ε? Είναι πτώματα όμως, το νοιώθω.
Ο Μητσάκος σε πανικό. Τρίζουν τα τζάμια, όχι μόνο από το νταμάρι δίπλα αλλά από τις φωνές μας. Δεν γαμιέται, πάντα έτσι αντιδρούσαμε, τουλάχιστον να βγει η δουλειά.
Βραχιολάκια για τον Μάρτη δεν αγόρασα. Δεν πρόλαβα να κατέβω στην πόλη. Μια εξουσιοδότηση ήθελα να κάνω σήμερα και την έκανα με "αντιπρόσωπο".
Για μαγείρεμα δεν το συζητώ. Τρώμε ψωμί με λάδι. Κι αυτό με το ζόρι. Χθες ο Μπόικο έψησε μπριζόλες στο καφέ και μας κάλεσε. Φτάσαμε όταν όλοι είχαν ήδη φάει και είμασταν τόσο κομμάτια που με μια ρακία, τα είδαμε όλα. Ούτε θυμάμαι πως γυρίσαμε, ούτε πως κοιμηθήκαμε. Μόνο το ότι σταματήσαμε να πάρουμε τσιγάρα σε βενζινάδικο με μπατσικό αραγμένο απ' έξω. Ευτυχώς ο μπάτσος έπαιζε με την υπάλληλο και δεν σκέφτηκε να κάνει αλκοτέστ.
Κάνει κρύο. Είμαστε υπό το μηδέν όλη τη μέρα. Κουτσοφλέβαρος γαμώτο.
Θέλω να κοιμηθώ, να κοιμηθώ, να κοιμηθώ...

Sunday, February 15, 2009

Η κόλαση που πέρασε! (Ναι, ναι, ναιιιιι)

Πέρασα μια εβδομάδα κό-λα-ση! Λες και με ανακάτευαν στο καζάνι της! Στον ρόλο του αρχιμάγειρα , ο μπος, που ήρθε, είδε και δεν έλεγε να απέλθει. Παρότι δις τάιμ, παραήταν μαλακός (μέχρι κι ότι του λείπαμε το πρωί που δουλεύαμε, μας είπε!!!), το ανακάτεμα μας το έκανε. Ετσι, την εβδομάδα που πέρασε :
- Μαγείρευα κάθε βράδυ !!! (ακούγοντας το "αχχχ, τί θέλει ο άνθρωπος? ένα δωματιάκι κι ένα πιάτο ζεστό φαί!". )
- Κάψαμε ίσα με δέκα κυβικά ξύλα στην ξυλόσομπα (του θύμιζε τα παιδικά του χρόνια και την φούντωνε, με αποτέλεσμα να ανοίγουμε όλα τα παράθυρα),
- Κατέβαζα δεκατρείς διαφορετικές ιδέες το δευτερόλεπτο (για να καλύψουμε όλες τις εμμονές του),
- Μίλησα τόσο πολύ Βουλγαρικά, που στο τέλος του δήλωσα ότι τα παρατάω όλα και γίνομαι μεταφράστρια,να χεστώ στο τάληρο!
- Τα πρωινά, προκειμένου να μην μποτιλιαριστούμε όλοι στο μπάνιο, ξυπνούσα κατά τις εννέα, με αποκορύφωμα την Παρασκευή να μου ζητήσει συγγνώμη που δεν με άφησε να κοιμηθώ λίγο ακόμα!!!
- Εκανα τον καραγκιόζη σε κάθε καραγκιόζη, που ο ίδιος δεν άντεχε να μιλήσει
και άλλα πολλά, που επιθυμώ να ξεχάσω!
- Μιλούσα καθημερινά με την μεγάλη μου αδελφή, προκειμένου να πειστώ ότι αυτό που ζούσα, ήταν σαφώς καλύτερο από την πνευμονία της.
Οταν χθες , εδέησε ο Κύριος να τον πάμε στο αεροδρόμιο (είχα φροντίσει να βγάλω εισητήριο και του το έφερα ως τετελεσμένο), ένοιωθα σαν διαλυμένο παζλ. Και αφού τον ασπαστήκαμε σταυρωτά και μπήκαμε στο αυτοκινητάκι μας, είπα στον Μητσάκο, μιας και βρισκόμαστε στην πρωτεύουσα, να φάμε ένα πολιτισμένο σπαγγέτι. Αμ δε! Μόνο με κλωτσιές δεν μας πέταξαν έξω , που πήγαμε επτά η ώρα σε εστιατόριο που θα δούλευε μετά τις εννέα, για χάρη του κερατά του Βαλεντίνου.
Στο μεταξύ, οι Βούλγαροι φίλοι μας, που και πέρυσι είχαμε πνίξει τον Βαλεντίνο μαζί τους (σε τόννους ρακίας), έσπαγαν τα τηλέφωνα για το πότε θα πάμε στο Μπάνσκο, που θα τον πνίγαμε φέτος.
Μπόικο (στο εβδομηκοστό όγδοο τηλεφώνημα): Γκουγκού , πού είσαστε?
Εγώ (ξεψυχισμένα) : Στο αεροδρόμιο Μπόικο, πάλι θα τα λέμε???
Μπόικο : Α ωραία! Και μετά έρχεστε Μπάνσκο!
Εγώ (οργισμένα): Δεν ερχόμαστε! Δεν έχω κουράγιο ούτε να γυρίσω σπίτι, σου είπααααα!
Ετσι γυρίσαμε σπιτάκι μας, μαγειρέψαμε βαλεντίνικο φαγητό (η κρέμα γάλακτος με τέσσερα κουτάλια κόκκινο πιπέρι γίνεται πανεύκολα ροζ!) και πέσαμε στο κρεββάτι μας. Στα τρία δευτερόλεπτα άκουσα το ροχαλητό του Μητσάκου και κοιμήθηκα κι εγώ ήσυχη.
Σήμερα ξυπνήσαμε με μια λιακάδα νααααα (το ψωλόκρυο παραμένει ωστόσο) , από το νέο τηλεφώνημα του Μπόικο που μας εξέφρασε το παράπονό του, ότι το Μπάνσκο είναι πήχτρα στους Ελληνες και μας ήθελε για μεταφραστές , γιατί δεν καταλαβαίνει Χριστό. Τί να του μεταφράζαμε δεν ξέρω, προφανώς να κάνει κουτσομπολιό ήθελε.
Λέω να πεταχτώ να αγοράσω τα βραχιολάκια της γιαγιάς Μάρτα, για να προλάβω να τα ταχυδρομήσω, στο πολυπληθές εν Ελλάδι κοινό τους και μετά να ξανασαπίσω στον ύπνο, μπας και επανέλθω στις προ-κολάσεως συνήθειες μου.

Tuesday, February 10, 2009

Ξεφτίλα ρε!

Ρε σύ, δεν αισθάνεσαι γελοίος?
Δεν ντρέπεσαι καθόλου? Την ηλικία του γιού σου έχω, πανάθεμά σε!
Τόση έλλειψη αξιοπρέπειας και εγωισμού πιά?
Τόση ξεφτίλα?
Γελάω, που εξακολουθώ και σου μιλάω στον πληθυντικό!
Απορώ με την ειρωνεία μου ώρες ώρες.
Ναι τυπάκο, έχεις δίκιο εν μέρει.
Δεν ήταν εύκολο να βρεθώ στην καρέκλα σου. Είχες φροντίσει να την γεμίσεις αγκάθια.
Δεν αντέχω πάντα την ερημιά και την συντροφιά των σκυλιών μου.
Δεν είναι ευτυχία να δουλεύω εικοσάωρα για να μπαλώνω τα κουρέλια που μου κληρονόμησες.
Δεν είναι παράδεισος το γκρίζο κτίριο δίπλα σε ένα νταμάρι.
Αλλά με αυτά , παραμένω ακόμα αξιοπρεπής και δεν έχω πουλήσει την ψυχή μου στο διάολο, όπως του λόγου σου.
Με αυτά μπορώ να μιλάω στον πληθυντικό ακόμα και στις λέρες.
Την ώρα ακριβώς που τις πατάω στο κεφάλι και τις σέρνω σαν σχολιαρόπαιδα από το χέρι, για να υπογράψουν τον εξευτελισμό τους.
Πριν τέσσερα χρόνια, είχες πει μια μεγάλη κουβέντα.
Σε έξη μήνες θα με «έτρωγες».
Οχι απλά δεν σου βγήκε, αλλά προσφέρθηκες μόνος σου να σε «φάω».
Δεν είμαι εκδικητική, ξέρεις. Τουλάχιστον με τους μαλάκες.
Γι΄ αυτό και σου άφησα λίγα κόκκαλα απείραχτα σήμερα.
Βάλτα στον γύψο και ξαναχτίσε το κουφάρι σου. Αν μπορέσεις...

Monday, February 09, 2009

Το όνειρο της Δευτέρας

Ξέρεις, κοντεύουν είκοσι χρόνια από τη μέρα που έφυγες. Εκείνο το γαμημένο το ' 89 μου έκλεψε δύο μεγάλες αγάπες μέσα σε σαράντα ημέρες.
Δεν είχες έρθει στον ύπνο μου, όλα αυτά τα χρόνια. Η κι αν ήρθες, δεν το θυμάμαι.
Οταν είμαι Ελλάδα, πάντα κάτι θα πούμε για σένα. Του λείπεις του πατέρα μου, ήσουν ο ένας από τους δύο "αδελφούς" του. Τους έχασε και τους δύο.
Θυμάσαι που κάθε βράδυ, ερχόσουν να δούμε ειδήσεις και να πιείτε τον βραδυνό καφέ μαζί?
Θυμάσαι όταν έκλεισες τα 48, που σου φέραμε μια τούρτα με ισάριθμα κεράκια και γελούσες σαν παιδί?
Θυμάσαι που παίζαμε προ-πο μισό - μισό κι όποτε κερδίζαμε κανένα εντεκάρι μου χάριζες τα κέρδη?
Θυμάσαι που βάζαμε στοίχημα σε καρπαζιές όταν έπαιζαν αντίπαλες οι ομάδες μας? Οσες φορές κέρδισες δεν μου τις έριξες, όσες φορές κέρδισα, έσκυβες γελώντας το κεφάλι και μου λεγες "ρίξε και μέτρα".
Θυμάσαι τις εκδρομές μας τα καλοκαίρια?
Τις κασσέτες που μου χάριζες?
Καμιά φορά ο Δημήτρης με ρωτάει "μα που ξέρεις τόσους στίχους?"
Δεν απαντώ, μόνο χαμογελάω και σκέφτομαι "ο νονός μου..."
Ο νονός μου που έφυγε ένα πρωί, χωρίς κανένας να το περιμένει. Γέμισε το σπίτι φωνές και θρήνο, ενώ θρηνούσε ήδη άλλον έναν χαμό. Στην αρχή του καλοκαιριού και το καλοκαίρι ντύθηκε στα μαύρα, τέρμα τα στοιχήματα, οι εκδρομές, οι βραδυνοί καφέδες στις αυλές μας.
Χθες ήρθες στον ύπνο μου. Χωρίς να σε έχω σκεφτεί, χωρίς να σε έχω θυμηθεί. Ετσι απλά ήρθες. Ησουν χαρούμενος. Το ένοιωθα ότι είναι όνειρο. Και δεν ήθελα να ξυπνήσω...

Sunday, February 08, 2009

Ευλόγκι



Ολοι λένε ότι είμαι ένας κούκλος!

Η "γιαγιά" και ο "παππούς" είναι πολύ περήφανοι για μένα!

Ο "νονός" μου, μου φέρνει κοκκαλάκια!

Ο Τόνυ μου αγόρασε νέο κολλάρο!

Η αδελφούλα μου η Πέτια, δεν μπορεί μακρυά μου!

Χθες έκανα την πρώτη μου βόλτα με λουράκι!


Δεν μου άρεσε να είμαι δεμένος, αλλά η "γιαγιά" με γέμισε χάδια και ήμουν καλό παιδί.


Monday, February 02, 2009

Το σκυλοχωριό

Στο μικρό μας σκυλοχωριό, ζούμε ένα δράμα (μόνο ένα?)!
Η Πόλια τα ξαναφτιαξε με τον Ρίτσι, δηλαδή πηδήχτηκαν ασυστόλως, επωφελούμενοι το λύσιμο του σ-κ. Η Μέτζυ δεμένη τους κοιτούσε και κλαψούριζε, μην αντέχοντας μία, εκ νέου προδοσία. Της συμπαρίστατο ο Βάλιο, ο οποίος την λατρεύει παθιασμένα, αλλά αυτή τον φτύνει.
Στην συνέχεια, συνέβει το εξής παράδοξο. Το ερωτευμένο ζεύγος (Ρίτσι και Πόλια) εγκαταστάθηκαν μαζί , στο σπιτάκι της Μέτζυ. Σαν τελικά σίγμα ασφαλώς, γιατί το σπιτάκι είναι για ένα σκυλί και όχι για ένα σκυλί και ένα τέρας (όπου τέρας, ο Ρίτσι). Αυτό ήταν κάτι που ο Δημήτρης δεν μπόρεσε να ανεχτεί , ενώ είχε ανεχτεί, τα πηδήματα, τα κλαψουρίσματα κι όλα τα προηγούμενα. Εβαλε τάξη λοιπόν, μοιράζοντας χαστούκια στον ερωτύλο Ρίτσι και δένοντάς τον στο δικό του σπίτι. Η Πόλια δεν τον ακολούθησε, διότι στο μάτι έχει ο,τιδήποτε ανήκει στην Μέτζυ και συνεπώς στις επιλογές της, προηγείτο το σπίτι από τον Ρίτσι, που έτσι κι αλλιώς της τον έφαγε (της Μέτζυ).
Στα νότια προάστια (τόση ώρα σας μιλούσα για τα βόρεια), η Ερικα πλακώθηκε με την Τσέτσα, διεκδικόντας την επιμέλεια του μοναδικού κουταβιού που μας απέμεινε, τα άλλα δόξα τω Κύριω, βρέθηκαν παλαβοί και τα υιοθέτησαν. Ο Βάλιο κατέφθασε αμέσως, επενέβει, ως δίκαιος Σολομώντας (είναι βλέπετε και ο μπαμπάς του μικρού) και μοίρασε μερικές δαγκωματιές εκατέρωθεν, αναγκάζοντας τον ταλαίπωρο φύλακά μας , να μας τηλεφωνήσει και να μας αναγγείλει ότι ο Βάλιο είναι πνιγμένος στο αίμα, χωρίς ο ίδιος να έχει καμία πληγή ωστόσο. Η Ερικα και η Τσέτσα, υποταγμένες στις εντολές του αρσενικού, αναζητούνται. Είναι γνωστό ότι μετά τον καυγά, κρύβονται πάντα.
Το μωρό αναζητά οικογένεια να το υιοθετήσει, πριν υιοθετήσει το ίδιο την νοοτροπία της υπόλοιπης αγέλης!
ΘΑ ΤΑ ΣΤΕΙΡΩΣΩ ΟΛΑ, ξεκινώντας από τον Ρίτσι!!!!!!
Απντέιτ!!!!! Βρέθηκε τρελλή να υιοθετήσει την μικρή!!!! Τώρα το πρόβλημα είναι, να βρούμε την μαμά της (Τσέτσα), την επίδοξη μαμά της (Ερικα) και να τις μαντρώσουμε για να τους βουτήξουμε την μικρή... ΘΑ ΤΑ ΣΤΕΙΡΩΣΩ ΟΛΑΑΑΑ (ξέρω, επαναλαμβάνομαι βλακωδώς).